«Κάνουμε βήματα μπροστά ακολουθώντας έναν σχεδιασμό ο οποίος με προσήλωση και με επιμονή τελικά αποδίδει». Αυτά είχε δηλώσει, μεταξύ άλλων, ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη διάρκεια εκδήλωσης παραλαβής 164 πυροσβεστικών οχημάτων στις 18 Ιουλίου. Λίγες ημέρες μετά κι έχοντας μπει στην «καρδιά της αντιπυρικής περιόδου», οι κυβερνητικές φιέστες δέχτηκαν το πρώτο πλήγμα, καθώς παρθένο ελατόδασος στον Φενεό Κορινθίας καταστράφηκε.
Η πυρκαγιά, η οποία ξέσπασε στις 22 Ιουλίου, άφησε πίσω της σχεδόν 16.000 καμένα στρέμματα εκ των οποίων τα 8.800 ήταν δάσος Κεφαλληνιακής ελάτης, τεράστιας οικολογικής σημασίας, που δύσκολα θα αναγεννηθεί. Τέσσερις μέρες αργότερα, η Πολιτική Προστασία υποβλήθηκε στο κρισιμότερο τεστ για τη φετινή χρονιά, με απολογισμό σχεδόν 57.000 καμένα στρέμματα στις πέντε σημαντικότερες πυρκαγιές που ξέσπασαν στις 26 Ιουλίου σε Κύθηρα, Εύβοια, Χανιά, Μεσσηνία και Κρυονέρι. Τα 28.122 καμένα στρέμματα εντοπίζονται στα Κύθηρα, δηλαδή σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, το 1/5 του νησιού. Παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες της Πυροσβεστική, των εθελοντών πυροσβεστών, της Πολιτικής Προστασίας και όλων όσων συμμετείχαν στο έργο της κατάσβεσης, γίναμε πάλι θεατές στο ίδιο έργο με κατεστραμμένες περιουσίες, καμένες δασικές εκτάσεις, τραυματισμένους και εξαντλημένους πυροσβέστες.
Στην περίπτωση δε των Κυθήρων, τρία εναέρια μέσα πραγματοποιούσαν ρίψεις νερού για μία ώρα ωστόσο, όπως καταγγέλλεται από κατοίκους αλλά και τοπικούς φορείς, στη συνέχεια έφυγαν καθώς κλήθηκαν να συνδράμουν στις φωτιές σε Μεσσηνία, Εύβοια αλλά και Κρυονέρι. Σε συνδυασμό με τους λίγους πυροσβέστες που επιχειρούσαν –η αρχική κινητοποίηση ήταν 24 πυροσβέστες, μετά από κάποιες ώρες 32 και πολύ αργότερα 67–, το νησί αφέθηκε στη μοίρα του. Η μεγαλύτερη ενίσχυση των πυροσβεστικών δυνάμεων ήρθε σχεδόν τέσσερις ημέρες μετά, δηλαδή τα ξημερώματα της 29ης Ιουλίου, όταν πλέον η καταστροφή ήταν ανυπολόγιστη. Για ακόμη μία φορά η Αττική τέθηκε στο επίκεντρο του επιχειρησιακού έργου, με αποτέλεσμα η φωτιά στα Κύθηρα να λάβει τις μεγαλύτερες διαστάσεις. Αξίζει να επισημανθεί πως στις 22 Ιουνίου, σχεδόν ένα μήνα πριν, ένα άλλο νησί, αυτό της Χίου, υπέστη μεγάλη καταστροφή, με σχεδόν 50.000 στρέμματα να γίνονται στάχτη, εκ των οποίων περίπου 32.000 καμένα μαστιχόδεντρα σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία της Ένωσης Μαστιχοπαραγωγών.
Μέχρι τα τέλη του Ιουλίου τα στρέμματα που είχαν πληγεί ανέρχονται σε περισσότερα από 130.000, την ώρα που ο Αύγουστος που μόλις ξεκίνησε, αποτελεί παραδοσιακά έναν δύσκολο μήνα στο μέτωπο των πυρκαγιών. Το Πυροσβεστικό Σώμα θα τεθεί αντιμέτωπο όχι μόνο με τα μελτέμια του τρέχοντος μήνα, αλλά και με την κόπωση του ανθρώπινου δυναμικού. Ήδη είναι πολλές εκείνες οι φωνές που καταγγέλλουν εξαντλητικά ωράρια και εργασία «στο κόκκινο» από τις συνεχείς γενικές επιφυλακές.«Οι επαναλαμβανόμενες επιφυλακές έχουν γίνει καθεστώς. Η γενική επιφυλακή εναλλάσσεται με τη μερική. Τα ρεπό μετατίθενται ή κόβονται εξουθενώνοντας το προσωπικό. Οι πυροσβέστες μόλις επιστρέψουν από το ένα μέτωπο πυρκαγιάς, δεν προλαβαίνουν να πάρουν μία ανάσα και αμέσως μετακινούνται στο επόμενο συμβάν ανά την επικράτεια ή κάνουν υπηρεσία σε 24ωρα περιπολικά χωρίς την απαραίτητη στέγαση σε αυτά. Και κατά συνέπεια όλων αυτών, εναλλάσσονται στην υπηρεσία κάθε δεύτερη μέρα (24ωρη υπηρεσία με 24ωρη ανάπαυση) ή εργάζονται 32 έως 48 ώρες συνεχόμενες», σημειώνει η Ενωτική Αγωνιστική Κίνηση Πυροσβεστών.
Μέσα σε όλα αυτά, 600 μάχιμοι εποχικοί πυροσβέστες έχουν αποκλειστεί λόγω του ορίου ηλικίας, μένοντας άνεργοι, άνθρωποι που θα μπορούσαν να συμβάλουν καταλυτικά στη μάχη απέναντι στις πυρκαγιές. Παράλληλα ερωτήματα εγείρονται για την κατάσταση των οχημάτων και του εξοπλισμού της Πυροσβεστικής αλλά και την ενεργή συμμετοχή των εθελοντών, τους οποίους, όπως αναφέρει ένας εξ’ αυτών στο Πριν, δεν τους εμπλέκουν άμεσα στο έργο της πυρόσβεσης. Σύμφωνα με μαρτυρία του αρχηγού των Εθελοντικών Πυροσβεστικών Υπηρεσιών του Ανόβερου της Γερμανίας, Μιχάλη Ψαριανού, που βρέθηκε στην φωτιά στον Πισσώνα Ευβοίας, το ανησυχητικό δεν ήταν μόνο η αγριότητα της φωτιάς, όπως υποστηρίζει, «αλλά οι τραγικές συνθήκες υπό τις οποίες καλούνται οι πυροσβέστες μας να δώσουν τη μάχη». «Ο εξοπλισμός λείπει παντού: οχήματα, προστατευτικός ρουχισμός, αναπνευστικές συσκευές, ασύρματη επικοινωνία –συχνά σε έλλειψη ή σε άθλια κατάσταση», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Στο επίκεντρο για ακόμη μία φορά έρχεται και το ζήτημα της πρόληψης. Η Δασική Υπηρεσία παραμένει υποστελεχωμένη με τα κενά να διατηρούνται. Τέλος ένα ακόμη ερώτημα που τίθεται είναι η κατάσταση των πτητικών μέσων, καθώς μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα τρία αντιμετώπισαν βλάβες δίχως ευτυχώς να έχουμε θύματα. Παρότι η ηγεσία της Πολιτικής Προστασίας κάνει λόγο για 85 εναέρια μέσα, προβληματισμό δημιουργεί το γεγονός ότι στις αλλεπάλληλες πυρκαγιές της 26ης Ιουλίου ζητήθηκε η συνδρομή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας, προκειμένου να διατεθούν στη χώρα άλλα έξι αεροσκάφη.
Τελικά, μήπως έχουν δίκιο όλοι όσοι λένε ότι οι πυρκαγιές σβήνονται το χειμώνα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου