Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ παρέλαβε τις εταιρείες ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) το οποίο συστάθηκε κατόπιν εντολής της μνημονιακής τρόικας (ΔΝΤ, ΕΚΤ, ΚΟΜΙΣΙΟΝ) με αποκλειστικό σκοπό την ιδιωτικοποίηση περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου.
Μετά από διαπραγματεύσεις όμως με την τρόικα αναγκάστηκε να τις μεταφέρει στο ΥΠΕΡΤΑΜΕΙΟ το οποίο όμως δεν είναι ταμείο ιδιωτικοποιήσεων, αλλά σύμφωνα με το Ν. 4389/2016 έχει σκοπό τη «μακροπρόθεσμη επαύξηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων που κατέχει». Πέραν τούτου η μεταφορά στο ΥΠΕΡΤΑΜΕΙΟ έγινε με τη διαδικασία της λεγόμενης «ρήτρας ασφαλείας» του άρθρου 2 του Ν. 4425/2016 το οποίο προβλέπει δεσμεύσεις που προκύπτουν από το Σύνταγμα, καθώς και υποχρεώσεις συμμόρφωσης στις δικαστικές αποφάσεις. Με τη διαδικασία αυτή αποτρέπεται η πώληση των μετοχών των δύο εταιρειών και η αναγκαστική ιδιωτικοποίησή τους.
Παρόλα αυτά η Ομοσπονδία Εργαζομένων της ΕΥΔΑΠ διαφώνησε και άσκησε αίτηση ακύρωσης ενώπιον του ΣτΕ το οποίο με δύο (2) αποφάσεις της Ολομέλειάς του (190/2022 και 191/2022) έκρινε ως αντισυνταγματική τη μεταφορά των δύο (2) εταιρειών στο ΥΠΕΡΤΑΜΕΙΟ, κατοχυρώνοντας ταυτόχρονα το δημόσιο έλεγχο στο νερό ως δημόσιου αγαθού.
Απεναντίας η κυβέρνηση της ΝΔ ήταν… «συνεπής» στην προεκλογική στρατηγική του Κυρ. Μητσοτάκη, ο οποίος το 2019 είχε δηλώσει ότι αναζητούσε το λεγόμενο «στρατηγικό επενδυτή» για την ιδιωτικοποίηση των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ. Η ακριβής δήλωση που έγινε το 2018 στο RealFM ήταν: «Είμαι υπέρμαχος της λογικής ότι και στην ΕΥΑΘ και στην ΕΥΔΑΠ πρέπει να μπει στρατηγικός επενδυτής». Επειδή όμως υπήρχε το νομικό εμπόδιο των προαναφερθεισών αποφάσεων του ΣτΕ προσπάθησε με πρόσφατο δικό της νόμο τον Ιούλιο 2022 (άρθρα 114 και 115 του Ν. 4964/2022) να παρακάμψει τις αποφάσεις του ΣτΕ δηλώνοντας ότι η ψήφισή του αποτελεί συμμόρφωση της Κυβέρνησης προς τις αποφάσεις του.
Κατόπιν τούτου η αρμόδια Επιτροπή Συμμόρφωσης του ΣτΕ έκρινε το Μάρτιο 2023, με το υπ’ αριθ. 7 και 8/2023 αμετάκλητες αποφάσεις, ότι η ψήφιση του Ν. 4964/2022 δεν αποτελεί συμμόρφωση της κυβέρνησης και υποχρέωσε το υπουργείο Οικονομικών να προβεί σε όλες τις απαιτούμενες διοικητικές ενέργειες, το αργότερο εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών (δηλαδή έως 12-12-2023), για την επιστροφή των μετοχών των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ από το ΥΠΕΡΤΑΜΕΙΟ στον έλεγχο του Δημοσίου. Εάν δεν ολοκληρωθεί η επιστροφή τότε θα πρόκειται για συνταγματική εκτροπή και ταυτόχρονα για ποινικό θέμα παράβασης καθήκοντος.
Μετά από αυτές τις εξελίξεις ο πρωθυπουργός αναγκάστηκε να δηλώσει (θορυβημένος προφανώς και από την μεγαλειώδη συγκέντρωση διαμαρτυρίας που οργάνωσε η Ομοσπονδία Εργαζομένων στη Θεσσαλονίκη στις 31-3-2022) ότι θα επανέλθουν υπό τον άμεσο έλεγχο του Δημοσίου, αλλά… μετά τις εκλογές (!) ενώ είχε τη νομοθετική ευχέρεια να προβεί σ’ αυτήν την ενέργεια και πριν από τις εκλογές αποδεικνύοντας ταυτόχρονα ότι είναι απολύτως ειλικρινής.
Αυτή η δήλωση του Κυρ. Μητσοτάκη έγινε όμως μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου που έφερε τον τίτλο «Μετονομασία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας σε Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων Ενέργειας και Υδάτων και διεύρυνση του αντικειμένου της με αρμοδιότητες επί των υπηρεσιών ύδατος και της διαχείρισης αστικών αποβλήτων, ενίσχυση της υδατικής πολιτικής…».
Με το προαναφερθέν νομοσχέδιο το οποίο ψηφίστηκε κι έγινε νόμος του Κράτους, το Μάρτιο 2023 (Ν.5037) οι κρατικές αρμοδιότητες ρύθμισης και ελέγχου όλων των φορέων παροχής των δημοσίων υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης της χώρας αφαιρούνται από τα αρμόδια Υπουργεία και ανατίθενται στην μετονομασθείσα ανεξάρτητη Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ). Η λογική και το πνεύμα του νόμου καταστρατηγεί ευθέως τα παγίως κριθέντα από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικράτειας (ΣτΕΟλ. 1904/2014, 190/2022, 191/2022 αποφάσεις) με τις οποίες η μεταβίβαση των μετοχών των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ στο ΥΠΕΡΤΑΜΕΙΟ είχε κριθεί αντισυνταγματική.
Ανατρέπει δε το υφιστάμενο καθεστώς λειτουργίας των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ και ενέχει, ως εκ τούτου, σοβαρούς κινδύνους για τη συνέχιση της παροχής των υπηρεσιών τους με όρους δημοσίων υπηρεσιών, δηλαδή με ασφάλεια, καθολικότητα, υψηλή ποιότητα και προσιτή τιμή.
Η ψήφιση του νομοσχεδίου (μόνο από τους βουλευτές της ΝΔ) αποτελεί το τελευταίο βήμα για την ολοκλήρωση της ιδιωτικοποίησης του νερού που πραγματοποιήθηκε με τον αντισυνταγματικό μεν, αλλά ισχύοντα πλέον νόμο (4964/2022) που ψηφίστηκε, όπως προαναφέρθηκε, τον Ιούλιο 2022.
Με την υπαγωγή των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ στη ΡΑΑΕΥ, το κράτος παραδίδει σε αυτήν τις αρμοδιότητές του επ’ αυτών (ρυθμιστικές, κανονιστικές, αδειοδοτικές, κυρωτικές, τιμολογιακές) οι οποίες σύμφωνα με το Σύνταγμα ανήκουν, αποκλειστικά, σ’ αυτό.
Είναι γνωστό ότι οι Ρυθμιστικές Αρχές, από τη φύση τους εντάσσονται στη λεγόμενη «αγορά» κι έχουν ως αποστολή να διασφαλίζουν την εύρυθμη λειτουργία της και την τήρηση των αρχών του ανταγωνισμού σε σχέση με τις υπηρεσίες που έχουν ήδη ιδιωτικοποιηθεί, όπως η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες, τα ταχυδρομεία και οι σιδηρόδρομοι. Οι πράξεις τους είναι εκτελεστές, χωρίς να υπόκεινται σε κανενός είδους έλεγχο νομιμότητας ή σκοπιμότητας από τον αρμόδιο Υπουργό π.χ. στην τιμολογιακή πολιτική τους. Είναι προφανές ότι δεν μπορούν να υποκαταστήσουν το δημόσιο έλεγχο που απαιτεί η νομολογία του ΣτΕ για τις υπηρεσίες υδροδότησης και αποχέτευσης, δεδομένου ότι είναι εξ ορισμού προορισμένες και οργανωμένες, ώστε να ρυθμίζουν τα ζητήματα που ανακύπτουν στο χώρο της αγοράς και του ανταγωνισμού σύμφωνα με το πνεύμα και τους κανόνες που διέπουν τα πεδία αυτά.
Το νερό όμως στην Ελλάδα δεν είναι εμπορικό προϊόν, δεν πωλείται, αλλά παρέχεται με μερική ανάκτηση του κόστους του και οι υπηρεσίες υδροδότησης και αποχέτευσης δεν μπορούν να ανήκουν στην αγορά. Επομένως δεν επιτρέπεται η ιδιωτικοποίησή τους και η υπαγωγή τους στη ρυθμιστική αρμοδιότητα της ΡΑΑΕΥ είναι ασύμβατη προς την αποστολή των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου