Τρίτη 31 Οκτωβρίου 2023

Από την αδιέξοδη κοινωνία που μας έχει επιβάλλει εδώ και δεκαετίες ο νεοφιλελευθερισμός, σε μια νέα συμμετοχική κοινωνία

Είμαι κόρη δύο πάγιων υπέρμαχων του κοινοτισμού. Η μητέρα μου, Μπεατρίς Μπούκτσιν, κατέβηκε στις δημοτικές εκλογές του Μπέρλινγκτον, Βέρμοντ, πριν από τριάντα χρόνια, το 1987, με αποκλειστικά κοινοτικούς στόχους όπως τη δημιουργία μιας οικολογικής πόλης, μιας ηθικής οικονομίας και κυρίως, τη σύσταση συνελεύσεων πολιτών που θα ανταγωνίζονταν την κρατική εξουσία. Ο πατέρας μου είναι ο κοινωνικός θεωρητικός και ελευθεριακός κοινοτιστής, Μάρεϊ Μπούκτσιν.

Για πολλά χρόνια η αριστερά έχει έρθει αντιμέτωπη με το ερώτημα του πως να γίνουν πραγματικότητα οι ιδέες της ισότητας, της οικονομικής δικαιοσύνης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η πολιτική τροχιά του πατέρα μου είναι ενδεικτική του επιχειρήματος που θέλω να θίξω : ότι ο κοινοτισμός δεν είναι απλώς ένας από τους πολλούς τρόπους μέσω των οποίων μπορείς να πετύχεις την κοινωνική αλλαγή – είναι στ’αλήθεια ο μοναδικός που θα μπορούσε να μεταμορφώσει επιτυχώς την κοινωνία. Όντας κάποιος που μεγάλωσε σαν νεαρός κομμουνιστής και που διδάχθηκε τη μαρξιστική θεωρία, ο πατέρας μου προβληματίστηκε βαθιά από τον οικονομιστικό και απλουστευτικό τρόπο σκέψης που διέχεε ιστορικά τη Μαρξιστική αριστερά. Έψαχνε για μια ευρύτερη αντίληψη της ελευθερίας – όχι απλά ελευθερία από την οικονομική διαφθορά, αλλά σε όλα τα πεδία της καταπίεσης: φυλή, κοινωνική τάξη, φύλο, εθνικότητα.

Την ίδια περίοδο, στις αρχές του 1960, του έγινε ξεκάθαρο ότι ο καπιταλισμός βρισκόταν σε πορεία σύγκρουσης με τον φυσικό κόσμο. Ο Μάρεϊ πίστευε ότι δεν μπορεί κανείς να αντιμετωπίσει τα οικολογικά προβλήματα μεμονωμένα – να προσπαθεί να σώσει ένα δάσος τη μία μέρα και να αντιτάσσεσαι σε ένα εργοστάσιο παραγωγής πυρηνικής ενέργειας την άλλη μέρα – ακριβώς γιατί η οικολογική σταθερότητα δεχόταν επίθεση από τον καπιταλισμό.

Με άλλα λόγια, η κερδοσκοπία και η θεοποίηση της ανάπτυξης στον καπιταλισμό, βρίσκονταν σε τεράστια δυσαρμονία με τη σταθερότητα του πλανήτη.

Έτσι, άρχισε να επεκτείνει την ιδέα που ο ίδιος ονόμασε κοινωνική οικολογία, η οποία ξεκινά με την αρχή πως όλα τα οικολογικά προβλήματα είναι κοινωνικά προβλήματα. Ο Μάρεϊ έλεγε πως, για να θεραπεύσουμε τις αδηφάγες σχέσεις μας με τον φυσικό κόσμο, πρέπει ουσιαστικά να αλλάξουμε τις κοινωνικές μας σχέσεις. Πρέπει να βάλουμε τέλος όχι μόνο στην ταξική καταπίεση, αλλά και στην κάθε μορφής κυριαρχία και ιεραρχία, είτε αυτή είναι κυριαρχία των ανδρών απέναντι στις γυναίκες, των στρέιτ απέναντι στους γκέι, τις λεσβίες και τις/τους τρανς, των λευκών απέναντι στους έγχρωμους, ή των νέων απέναντι στους ηλικιωμένους.

Οπότε το ερώτημα για εκείνον ήταν το εξής: πως θα κάνουμε πραγματικότητα μία νέα κοινωνία, με ισότητα και ισονομία; Τι είδους εναλλακτική κοινωνική οργάνωση θα δημιουργήσει μια κοινωνία όπου οι αληθινά χειραφετημένοι άνθρωποι θα μπορούν να ακμάσουν, και που θα θεραπεύσει το ρήγμα μας με τον φυσικό κόσμο; Στην πραγματικότητα η ερώτηση είναι : τι είδους πολιτική οργάνωση είναι αυτή που θα ανταγωνιστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την πολιτεία; Έτσι, στα τέλη του 1960, ο Μάρεϊ άρχισε να γράφει για μορφή οργάνωσης που ο ίδιος ονόμασε ελευθεριακό κοινοτισμό. Πίστευε ότι ο κοινοτισμός προσέφερε λύση στο αδιέξοδο μεταξύ της Μαρξιστικής και αναρχικής παράδοσης. Ο κοινοτισμός αντιτάσσεται στην αρπαγή της κρατικής εξουσίας, κάτι που σύμφωνα με τις εμπειρίες του 20ου αιώνα έχει αποδειχθεί μάταιο, αδιέξοδο, γιατί το κράτος – είτε είναι καπιταλιστικό είτε σοσιαλιστικό – με την απρόσωπη γραφειοκρατία του δεν ανταποκρίνεται ποτέ αληθινά στο λαό. Παράλληλα, οι ακτιβιστές πρέπει να αναγνωρίσουν ότι δεν θα πετύχουμε την κοινωνική αλλαγή διαδηλώνοντας απλά στους δρόμους. Οι μεγάλεςκαταλήψεις και διαδηλώσεις μπορεί να δοκιμάζουν την κρατική εξουσία, αλλά δεν έχουν καταφέρει να την αδράξουν. Εκείνοι που περιορίζονται μόνο σε πολιτικές διαδήλωσης ή οργάνωσης του περιθωρίου της κοινωνίας πρέπει να αναγνωρίσουν ότι πάντα θα υπάρχει εξουσία – η εξουσία δεν διαλύεται. Η ερώτηση είναι σε ποια χέρια θα βρίσκεται αυτή η εξουσία : στη συγκεντρωτική εξουσία του κράτους, ή στους πολίτες σε τοπικό επίπεδο; Γίνεται πλέον ξεκάθαρο ότι δε θα πετύχουμε ποτέ αυτήν την κοινωνική αλλαγή που τόσο απεγνωσμένα χρειαζόμαστε πηγαίνοντας απλώς στις κάλπες. Η κοινωνική αλλαγή δε θα επέλθει με το να ψηφίζουμε τον υποψήφιο που μας υπόσχεται $15 ελάχιστο μεροκάματο, δωρεάν παιδεία, οικογενειακές άδειες ή κοινοτοπίες για την κοινωνική αλλαγή. Όταν συμβιβαζόμαστε με το να ψηφίζουμε τον καλύτερο από τους χειρότερους, συμμετέχουμε και στηρίζουμε την ίδια συγκεντρωτική κρατική δομή που έχει σχεδιαστεί για να μας καταπιέζει για πάντα.

Συγχρόνως, παρότι παραβλέπεται συχνά από την αριστερά, υπάρχει πλούσια ιστορία άμεσης δημοκρατίας, ριζοσπαστικών πολιτικών και αυτοδιαχείρισης από τους πολίτες : από την αρχαία Αθήνα στην Παρισινή Κομμούνα, τις αναρχικές κολλεκτίβες στην Ισπανία το 1936, στην Τσιάπας του Μεξικού, στην Μπαρτσελόνα και άλλες ισπανικές πόλεις τα τελευταία χρόνια – και τώρα στην Ροζάβα, στη βόρεια Συρία, όπου Κούρδοι πολίτες έχουν ξεκινήσει ένα εντελώς δημοκρατικό εγχείρημα αυτοδιαχείρισης, που δε μοιάζει με τίποτα απ’ όσα έχουμε δει στη Μέση Ανατολή.

Μια κοινοτιστική πολιτική περιλαμβάνει πολλά περισσότερα από ένα πρωτοποριακό δημοτικό πρόγραμμα, όσο σημαντικό και αν είναι αυτό. Ο κοινοτισμός – ή κομμουναλισμός, όπως τον ονόμαζε ο πατέρας μου – επαναφέρει την πολιτική στον αρχικό της ορισμό, ως ένα ηθικό κάλεσμα με βάσεις τη λογική, την κοινότητα, τη δημιουργικότητα, την ελεύθερη οργάνωση και την ελευθερία. Είναι ένα βαθιά δομημένο όραμα μιας αποκεντρωμένης δημοκρατίας με βάση τις συνελεύσεις, στην οποία οι πολίτες δρουν μαζί για να σχεδιάσουν ένα δυναμικό μέλλον. Σε μια περίοδο όπου τα ανθρώπινα δικαιώματα, η δημοκρατία και το κοινό καλό δέχονται επίθεση από αυξανόμενα εθνικιστικές, αυταρχικές και συγκεντρωτικές κρατικές κυβερνήσεις, ο κοινοτισμός μας επιτρέπει να ανακτήσουμε τη δημόσια σφαίρα, για την ύπαρξη αυθεντικής συμβίωσης και ελευθερίας.

Ο κοινοτισμός επιβάλλει να επιστρέψουμε την εξουσία σε συνηθισμένους πολίτες, να επαναπροσδιορίσουμε τι σημαίνει να κάνεις πολιτική και τι να είσαι πολίτης. Η πραγματική πολιτική είναι το αντίθετο της κοινοβουλευτικής πολιτικής. Ξεκινά από τη βάση, τις τοπικές συνελεύσεις. Είναι διαφανής, με υποψηφίους εκατό τοις εκατό υπεύθυνους απέναντι στις τοπικές τους οργανώσεις, που είναι εξουσιοδοτημένοι από αυτούς και όχι διαπλεκόμενοι εκπρόσωποι. Επιβραβεύει την ικανότητα των τοπικών συνελεύσεων να μεταμορφώνονται, αλλά και να τις μεταμορφώνουν ομάδες φωτισμένων πολιτών. Αξίζει να τονιστεί ότι, με την ίδια την άσκηση της πολιτικής γινόμαστε νέοι άνθρωποι και χτίζουμε μια εναλλακτική στη σύγχρονη καπιταλιστική πραγματικότητα.

Ο κοινοτισμός θέτει τα ερωτήματα : Τι σημαίνει το να είναι ανθρώπινο ον; Τι σημαίνει το να ζεις σε καθεστώς ελευθερίας; Πως οργανώνουμε την κοινωνία με τρόπους που να βοηθούν την αλληλεγγύη, την κοινωνική συνείδηση και τη συνεργασίας; Τα ερωτήματα αυτά και η πολιτική που τα διαχέει, κουβαλούν ένα ηθικό πρόταγμα : να ζούμε σε αρμονία με το φυσικό κόσμο, έτσι ώστε να μην καταστρέφουμε την οικολογική βάση της ίδιας της ζωής, αλλά και να μεγιστοποιούμε την ανθρώπινη ελευθερία και ισότητα.Τα καλά νέα είναι ότι αυτή η πολιτική εκφράζεται λεκτικά όλο και περισσότερο σε κινήματα οριζόντιων διαδικασιών σε όλον τον κόσμο. Στο κίνημα ανακατάληψης εργοστασίων στην Αργεντινή, στις μάχες για το νερό στη Βολιβία, στα γειτονικά συμβούλια που έχουν εμφανιστεί στην Ιταλία, όπου η κυβέρνηση ήταν άχρηστη στο να βοηθήσει τις κοινότητες μετά από σοβαρότατες πλημμύρες, βλέπουμε ξανά και ξανά πολίτες να οργανώνονται σε τοπικό επίπεδο για κερδίσουν δύναμη, και να χτίσουν μάλιστα μια υπερδύναμη που να δοκιμάζει όλο και περισσότερο την κρατική δύναμη και εξουσία. Τέτοιου είδους κινήματα παίρνουν την ιδέα της δημοκρατίας και την εκφράζουν στο εκατό τοις εκατό των δυνατοτήτων της, δημιουργώντας μια πολιτική που να έρχεται σε επαφή με τις ανθρώπινες ανάγκες, που να ενισχύει τη συλλογικότητα και τη συνεργασία και που να αναγνωρίζει ότι οι γυναίκες πρέπει να έχουν ηγετικό ρόλο.

Η επίτευξη όλων αυτών προϋποθέτει να διαδώσουμε τις πολιτικές μας σε κάθε γωνιά της κάθε γειτονιάς, να κάνουμε αυτό που οι συντηρητικοί όλου του κόσμου έχουν κάνει με μεγάλη επιτυχία τις τελευταίες δεκαετίες : να ενισχύσουμε τους υποψηφίους σε τοπικό επίπεδο. Προϋποθέτει επίσης τη δημιουργία ενός ενδεικτικού προγράμματος – όπως την απαγόρευση των κατασχέσεων, τον σταματημό των ολοένα αυξανόμενων ενοικίων και της αποσταθεροποίησης των γειτονιών μας μέσω της «αναβάθμισης» των υποβαθμισμένων περιοχών – αλλά και τη δημιουργία ενός προγράμματος στο οποίο να οραματιζόμαστε πως θα έμοιαζε η κοινωνία αν μπορούσαμε να χτίσουμε μια οικονομία ανθρωποκεντρική, να αξιοποιούμε νέες τεχνολογίες και να διευρύνουμε την προοπτική του κάθε ανθρώπου να ζει σε καθεστώς ελευθερίας και να ασκεί τα δικαιώματά του ως μέλος μιας ακμάζουσας, αληθινά δημοκρατικής κοινότητας.

Σε επόμενο στάδιο, πρέπει να συνεργαστούμε, να υπερβούμε τα σύνορα για να φτιάξουμε προγράμματα που να στοχεύουν σε περιφερειακά, ακόμα και διεθνή ζητήματα. Αυτή είναι μια ισχυρή απάντηση σε όσους λένε ότι δε θα μπορέσουμε να λύσουμε διεθνή ζητήματα δρώντας σε τοπικό επίπεδο. Στην πραγματικότητα, μόνο στο τοπικό επίπεδο λύνονται τέτοιου είδους ζητήματα κάθε μέρα που περνά. Ακόμα και τα μεγάλα ζητήματα όπως η κλιματική αλλαγή μπορούν να αντιμετωπιστούν μέσω της συνομοσπονδίας των κοινοτήτων, η οποία θα στέλνει εξουσιοδοτημένους πολίτες για να δρουν για αυτά. Δε χρειαζόμαστε την κρατική γραφειοκρατία για να το κάνει αυτό. Χρειαζόμαστε τη δημιουργία δυναμικών αμεσοδημοκρατικών, διαφανών, αντι-καπιταλιστικών και οικολογικών ιδρυμάτων που να δίνουν φωνή στα οράματα των πολιτών. Θα χρειαστεί χρόνος, εκπαίδευση και η δημιουργία κοινοτικών συνελεύσεων ως ανταγωνιστική δύναμη στην κρατική εξουσία, αλλά αυτή είναι η μόνη μας ελπίδα για να γίνουμε οι νέοι άνθρωποι που χρειάζονται για να χτίσουν μια νέα κοινωνία.

Αυτή είναι η στιγμή μας. Υπάρχουν άνθρωποι σε όλον τον κόσμο δε θέλουν να επιβιώνουν, αλλά να ζουν. Αν θέλουμε πραγματικά να μεταβούμε από την αδιέξοδη κοινωνία που μας έχει επιβάλλει εδώ και δεκαετίες ο νεοφιλελευθερισμός, σε μια νέα συμμετοχική κοινωνία που δρα με βάση τις ανάγκες του ανθρώπινου γένους, πρέπει να δημιουργήσουμε ένα παγκόσμιο δίκτυο από ατρόμητες χώρες, πόλεις και χωριά. Δε μας αξίζει τίποτα λιγότερο.

Ντέμπι Μπούκτσιν

Δεν υπάρχουν σχόλια: