Η "Union Carbide Corporation" (UCC), είχε έδρα το Τέξας και είχε έρθει στην Ινδία μέσα από την γνωστή πολιτική "ενθάρρυνσης επενδύσεων" από επιχειρηματικά συμφέροντα. Η εταιρεία κλήθηκε να κατασκευάσει ένα εργοστάσιο για την δημιουργία του φυτοφαρμάκου Sevin (εμπορική ονομασία της UCC για το καρβαρύλιο) που χρησιμοποιούνταν σχεδόν σε όλη την Ασία. Αποφάσισε να κατασκευάσει το εργοστάσιο στο Μποπάλ, λόγω της κεντρικής θέσης της πόλης και της υποδομής των μεταφορών. Η συγκεκριμένη τοποθεσία μέσα στην πόλη είχε χωριστεί σε ζώνες για ελαφρά βιομηχανική και εμπορική χρήση, αλλά σε καμία περίπτωση για βαριά και επικίνδυνη βιομηχανία. Κανείς από τους κρατούντες δεν αντιστάθηκε στους "επενδυτές" (με το επιχείρημα ότι οι καπιταλιστικές "επενδύσεις" φέρνουν "ανάπτυξη").
Η εταιρεία άρχισε να παράγει το φυτοφάρμακο με το σύνθημα: "Η επιστήμη βοηθά στην οικοδόμηση μιας νέας Ινδίας". Το 1984, λόγω μειωμένης κερδοφορίας, αποφασίστηκε να πωληθεί το εργοστάσιο και η εταιρεία να μεταφέρει τον εξοπλισμό σε άλλη χώρα. Ωστόσο, μέχρι να βρεθεί αγοραστής, η εγκατάσταση συνέχιζε να λειτουργεί, με μεγάλα σημάδια εγκατάλειψης. Η κυβέρνηση γνώριζε τα προβλήματα, όμως δεν ήθελε να "φοβίσει" και να διώξει την "επένδυση".
2 Δεκεμβρίου 1984, ενώ οι κάτοικοι κοιμούνταν, μπήκε νερό στη δεξαμενή όπου ήταν αποθηκευμένο το ισοκυανικό μεθύλιο. Η πίεση στην δεξαμενή αυξήθηκε γρήγορα και τελικά η βαλβίδα ασφαλείας (που κάποιοι ισχυρίζονται ότι ήταν ελαττωματική) άνοιξε και το αέριο διοχετεύθηκε στο πύργο καθαρισμού, ο οποίος όμως ήταν κλειστός λόγω συντήρησης. 40 τόνοι του άκρως τοξικού ισοκυανικού μεθυλίου διέρρευσαν από το εργοστάσιο εντομοκτόνων. Γύρω στη 1 ξημερώματα της 3ης Δεκεμβρίου, το χημικό άρχισε να εμφανίζεται στην ατμόσφαιρα, πάνω από την πόλη. Μέσα σε λίγες ώρες, οι δρόμοι του Μποπάλ γέμισαν με πτώματα ανθρώπων, βουβαλιών, σκύλων και πουλιών. Περίπου 3.800 άνθρωποι πέθαναν αμέσως, κυρίως στις φτωχές παραγκουπόλεις δίπλα στο εργοστάσιο. Τα νοσοκομεία γέμισαν με ετοιμοθάνατους, ανθρώπους που δε μπορούσαν να αναπνεύσουν και άλλους με σοβαρά προβλήματα στα μάτια. Οι γιατροί είχαν άγνοια για το αέριο και το τι μπορούσε να προκαλέσει στον οργανισμό, έτσι κάθε προσπάθεια για θεραπεία έπεφτε στο κενό. Οι άνθρωποι που βρήκαν τραγικό θάνατο τις πρώτες ημέρες ανέρχονται σε 8.000 με 10.000.
Ωστόσο, τις επόμενες δεκαετίες θα πεθάνουν πολλοί ακόμη (ο αριθμός θα ανέβει στις 15.000 με 20.000), αφού το χημικό που ανάπνευσαν θα τους δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα. Η Ινδική κυβέρνηση ανέφερε ότι περισσότεροι από μισό εκατομμύριο άνθρωποι εκτέθηκαν στο αέριο. Μέχρι τον Οκτώβριο του 2003 είχαν δοθεί αποζημιώσεις για 15.248 θανάτους και 554.895 περιπτώσεις αναπηρίας. Η καταστροφή που προκάλεσε η Αμερικανική "Union Carbide" είναι το φονικότερο βιομηχανικό "ατύχημα" στην ιστορία. Οι επιπτώσεις του συνεχίζονται.
Μέχρι σήμερα, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι υποφέρουν από τις επιπτώσεις του τοξικού αερίου. Πολλοί είναι μικρά παιδιά που γεννήθηκαν με παραμορφώσεις και σπάνιες ασθένειες, αποτέλεσμα του αερίου που εισέπνευσαν οι γυναίκες το 1984. Παιδιά που δεν μπορούσαν να μιλήσουν χρόνια μετά την γέννηση, που γεννιούνται καχεκτικά. Οι ίδιες γυναίκες αντιμετωπίζουν μεγάλα γυναικολογικά προβλήματα, ενώ ο καρκίνος είναι ο πρώτος λόγος θνησιμότητας για τους υπόλοιπους.
Η εταιρεία κατέληξε σε διακανονισμό με την Ινδική κυβέρνηση και το 1989 κλήθηκε να καταβάλλει στην πόλη αποζημίωση 470 εκατομμυρίων δολαρίων (απο τα 3,3 δισ. που είχαν απαιτηθεί αρχικά), και σε κάθε άτομο που εκτέθηκε στο δηλητηριώδες αέριο 25.000 ινδικές ρουπίες (περίπου 2.200 δολάρια τότε). Όρος του διακανονισμού ήταν η αποδοχή ότι η εταιρία αρνείται την ευθύνη για το "ατύχημα"! Η εκδίκαση της υπόθεσης ολοκληρώθηκε το 2010 με κατηγορούμενους επτά ανώτατα στελέχη της Union Carbide India Limited. Καταδικάστηκαν για φόνο εξ αμελείας σε ...δύο(!) χρόνια φυλάκισης και πρόστιμο 100.000 ινδικές ρουπίες έκαστος. Οι κάτοικοι του Μποπάλ ή έφυγαν, όσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα, ή παρέμειναν και ακόμα δηλητηριάζονται. Οι άνθρωποι βράζουν ακόμα το μολυσμένο νερό από τις αντλίες χειρός για να κάνουν μπάνιο και πλύσιμο ρούχων, όταν το νερό σταματάει να τρέχει από τους σωλήνες τους.
Η "Union Carbide" εξαγοράστηκε από την "Dow Chemical Company", η οποία αρνήθηκε κάθε συνδρομή για τα απαραίτητα έργα καθαρισμού της περιοχής, με το επιχείρημα ότι η εξαγορά έγινε μετά το "ατύχημα". Το 2017, η εταιρεία είχε έσοδα 62 δισεκατομμύρια δολάρια ενώ το έργο καθαρισμού που θα σταματούσε τον εφιάλτη έχει υπολογιστεί στα 30 εκατομμύρια. Κυβερνήσεις και εταιρείες έχουν εγκαταλείψει τα θύματα. τα οποία υποφέρουν από καρκίνο, τύφλωση, αναπνευστικά προβλήματα, διαταραχές του ανοσοποιητικού και του νευρικού συστήματος, ενώ η βοήθεια που λαμβάνουν από το κράτος είναι μηδαμινή. Οι Ινδικές κυβερνήσεις ουδέποτε συνέδεσαν τις ασθένειες αυτές με το δυστύχημα, με αποτέλεσμα τα θύματα της καταστροφής να μην μπορούν να διεκδικήσουν άλλες αποζημιώσεις. Οι φτωχοί κάτοικοι του Μποπάλ,όσοι δεν έφυγαν και είναι ακόμα ζωντανοί, παραμένουν ριζωμένοι σε ένα δηλητηριασμένο έδαφος, περιμένοντας απλά το θάνατο.
Το Μποπάλ και τα θύματα του θα θυμίζουν πάντα πως η καπιταλιστική κερδοφορία δεν έχει κανένα φραγμό στην εκμετάλλευση, ακόμα και σε εγκλήματα με θύματα χιλιάδες φτωχούς και την καταστροφή του περιβάλλοντος για να πετύχει τους στόχους της.
Οι "επενδύσεις" συνεχίζονται, σε όλο τον κόσμο...
2 Δεκεμβρίου 1984, ενώ οι κάτοικοι κοιμούνταν, μπήκε νερό στη δεξαμενή όπου ήταν αποθηκευμένο το ισοκυανικό μεθύλιο. Η πίεση στην δεξαμενή αυξήθηκε γρήγορα και τελικά η βαλβίδα ασφαλείας (που κάποιοι ισχυρίζονται ότι ήταν ελαττωματική) άνοιξε και το αέριο διοχετεύθηκε στο πύργο καθαρισμού, ο οποίος όμως ήταν κλειστός λόγω συντήρησης. 40 τόνοι του άκρως τοξικού ισοκυανικού μεθυλίου διέρρευσαν από το εργοστάσιο εντομοκτόνων. Γύρω στη 1 ξημερώματα της 3ης Δεκεμβρίου, το χημικό άρχισε να εμφανίζεται στην ατμόσφαιρα, πάνω από την πόλη. Μέσα σε λίγες ώρες, οι δρόμοι του Μποπάλ γέμισαν με πτώματα ανθρώπων, βουβαλιών, σκύλων και πουλιών. Περίπου 3.800 άνθρωποι πέθαναν αμέσως, κυρίως στις φτωχές παραγκουπόλεις δίπλα στο εργοστάσιο. Τα νοσοκομεία γέμισαν με ετοιμοθάνατους, ανθρώπους που δε μπορούσαν να αναπνεύσουν και άλλους με σοβαρά προβλήματα στα μάτια. Οι γιατροί είχαν άγνοια για το αέριο και το τι μπορούσε να προκαλέσει στον οργανισμό, έτσι κάθε προσπάθεια για θεραπεία έπεφτε στο κενό. Οι άνθρωποι που βρήκαν τραγικό θάνατο τις πρώτες ημέρες ανέρχονται σε 8.000 με 10.000.
Ωστόσο, τις επόμενες δεκαετίες θα πεθάνουν πολλοί ακόμη (ο αριθμός θα ανέβει στις 15.000 με 20.000), αφού το χημικό που ανάπνευσαν θα τους δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα. Η Ινδική κυβέρνηση ανέφερε ότι περισσότεροι από μισό εκατομμύριο άνθρωποι εκτέθηκαν στο αέριο. Μέχρι τον Οκτώβριο του 2003 είχαν δοθεί αποζημιώσεις για 15.248 θανάτους και 554.895 περιπτώσεις αναπηρίας. Η καταστροφή που προκάλεσε η Αμερικανική "Union Carbide" είναι το φονικότερο βιομηχανικό "ατύχημα" στην ιστορία. Οι επιπτώσεις του συνεχίζονται.
Μέχρι σήμερα, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι υποφέρουν από τις επιπτώσεις του τοξικού αερίου. Πολλοί είναι μικρά παιδιά που γεννήθηκαν με παραμορφώσεις και σπάνιες ασθένειες, αποτέλεσμα του αερίου που εισέπνευσαν οι γυναίκες το 1984. Παιδιά που δεν μπορούσαν να μιλήσουν χρόνια μετά την γέννηση, που γεννιούνται καχεκτικά. Οι ίδιες γυναίκες αντιμετωπίζουν μεγάλα γυναικολογικά προβλήματα, ενώ ο καρκίνος είναι ο πρώτος λόγος θνησιμότητας για τους υπόλοιπους.
Η εταιρεία κατέληξε σε διακανονισμό με την Ινδική κυβέρνηση και το 1989 κλήθηκε να καταβάλλει στην πόλη αποζημίωση 470 εκατομμυρίων δολαρίων (απο τα 3,3 δισ. που είχαν απαιτηθεί αρχικά), και σε κάθε άτομο που εκτέθηκε στο δηλητηριώδες αέριο 25.000 ινδικές ρουπίες (περίπου 2.200 δολάρια τότε). Όρος του διακανονισμού ήταν η αποδοχή ότι η εταιρία αρνείται την ευθύνη για το "ατύχημα"! Η εκδίκαση της υπόθεσης ολοκληρώθηκε το 2010 με κατηγορούμενους επτά ανώτατα στελέχη της Union Carbide India Limited. Καταδικάστηκαν για φόνο εξ αμελείας σε ...δύο(!) χρόνια φυλάκισης και πρόστιμο 100.000 ινδικές ρουπίες έκαστος. Οι κάτοικοι του Μποπάλ ή έφυγαν, όσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα, ή παρέμειναν και ακόμα δηλητηριάζονται. Οι άνθρωποι βράζουν ακόμα το μολυσμένο νερό από τις αντλίες χειρός για να κάνουν μπάνιο και πλύσιμο ρούχων, όταν το νερό σταματάει να τρέχει από τους σωλήνες τους.
Η "Union Carbide" εξαγοράστηκε από την "Dow Chemical Company", η οποία αρνήθηκε κάθε συνδρομή για τα απαραίτητα έργα καθαρισμού της περιοχής, με το επιχείρημα ότι η εξαγορά έγινε μετά το "ατύχημα". Το 2017, η εταιρεία είχε έσοδα 62 δισεκατομμύρια δολάρια ενώ το έργο καθαρισμού που θα σταματούσε τον εφιάλτη έχει υπολογιστεί στα 30 εκατομμύρια. Κυβερνήσεις και εταιρείες έχουν εγκαταλείψει τα θύματα. τα οποία υποφέρουν από καρκίνο, τύφλωση, αναπνευστικά προβλήματα, διαταραχές του ανοσοποιητικού και του νευρικού συστήματος, ενώ η βοήθεια που λαμβάνουν από το κράτος είναι μηδαμινή. Οι Ινδικές κυβερνήσεις ουδέποτε συνέδεσαν τις ασθένειες αυτές με το δυστύχημα, με αποτέλεσμα τα θύματα της καταστροφής να μην μπορούν να διεκδικήσουν άλλες αποζημιώσεις. Οι φτωχοί κάτοικοι του Μποπάλ,όσοι δεν έφυγαν και είναι ακόμα ζωντανοί, παραμένουν ριζωμένοι σε ένα δηλητηριασμένο έδαφος, περιμένοντας απλά το θάνατο.
Το Μποπάλ και τα θύματα του θα θυμίζουν πάντα πως η καπιταλιστική κερδοφορία δεν έχει κανένα φραγμό στην εκμετάλλευση, ακόμα και σε εγκλήματα με θύματα χιλιάδες φτωχούς και την καταστροφή του περιβάλλοντος για να πετύχει τους στόχους της.
Οι "επενδύσεις" συνεχίζονται, σε όλο τον κόσμο...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου