Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2025

Λευτεριά στον Λέοναρντ Πελτιέ!

Ava Fahey: 
Λευτεριά στον Λέοναρντ Πελτιέ!

Απονομή χάριτος στον Λέοναρντ Πελτιέ μετά από 49 χρόνια 

Τις τελευταίες ώρες της προεδρίας του, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν χορήγησε προεδρική χάρη στον ηλικιωμένο ιθαγενή και ακτιβιστή του Αμερικανικού Ινδιάνικου Κινήματος Λέοναρντ Πελτιέ. Ο Πελτιέ πέρασε τον τελευταίο μισό αιώνα εκτίοντας δύο διαδοχικές ποινές ισόβιας κάθειρξης για την ανταλλαγή πυροβολισμών στον Καταυλισμό Πάιν Ριτζ το 1975 που κατέληξε στο θάνατο δύο πρακτόρων του FBI (Διαβάστε παρακάτω το εκτενέστερο άρθρο για την υπόθεση Πελτιέ και το κίνημα υπεράσπισής του). Ο ίδιος επέμενε πάντοτε στην αθωότητά του.

Ο Πελτιέ δεν έχει λάβει χάρη, η οποία θα δήλωνε επίσημα την αθωότητά του και θα τον άφηνε ελεύθερο χωρίς όρους. Αντίθετα, ο Λευκός Οίκος, η ανακοίνωση του οποίου εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τον Πελτιέ ως ένοχο για τους φόνους, επέλεξε να μετατρέψει τις υπόλοιπες ποινές του Πελτιέ σε κατ’ οίκον φυλάκιση ή κατ’ οίκον περιορισμό.

Αν και ο Πελτιέ δεν έλαβε την άνευ όρων αμνηστία που του αξίζει, η είδηση είναι σίγουρα μια ευχάριστη έκπληξη. Οι εκκλήσεις του Πελτιέ για επιείκεια και συμπονετική αποφυλάκιση έχουν επανειλημμένα απορριφθεί από τότε που έγινε για πρώτη φορά δικαιούχος αποφυλάκισης με περιοριστικούς όρους τη δεκαετία του 1990, ενώ η πιο πρόσφατη απόρριψη έγινε τον Ιούνιο του 2024 παρά την κακή κατάσταση της υγείας του. Χωρίς να πτοηθεί από ένα διεθνές κίνημα που ζητά την ελευθερία του Πελτιέ, κάθε πρόεδρος μέχρι σήμερα έχει αρνηθεί να χρησιμοποιήσει την εκτελεστική του εξουσία για να απονείμει χάρη ή να δώσει συγχώρηση στον Πελτιέ. Αυτό θεωρείται ευρύτατα ότι οφείλεται σε μια βεντέτα του FBI εναντίον του Πελτιέ∙ στην πραγματικότητα, ο απερχόμενος διευθυντής του FBI Κρίστοφερ Ρέι έστειλε στον Μπάιντεν μια έντονα διατυπωμένη επιστολή που τον απέτρεπε κατηγορηματικά να μετατρέψει την ποινή του Πελτιέ.

Ο πρόεδρος Μπάιντεν υπέγραψε το διάταγμα για την απονομή χάριτος στον Πελτιέ, αλλά δεν του αξίζουν τα εύσημα για την αναμενόμενη ελευθερία του Πελτιέ. Ήταν η ανένδοτη, επί δεκαετίες οργάνωση των ιθαγενών ακτιβιστών και των συμμάχων τους για την απελευθέρωση του Πελτιέ που τελικά έφερε αποτελέσματα. Όπως αναφέρει το δελτίο τύπου της Συλλογικότητας NDN[1], ήταν το κίνημα υπεράσπισης του Πελτιέ που αποκάλυψε την εισαγγελική κακοδικία και τις συνταγματικές παραβιάσεις που οδήγησαν στην άδικη καταδίκη του Πελτιέ, και πέραν αυτού υποστήριξε τον Πελτιέ κατά τη διάρκεια του μισού αιώνα φυλάκισής του. Αυτή η νίκη ανήκει στον Πελτιέ, στην ομάδα υπεράσπισής του και στους υποστηρικτές του και μόνο.

Ο Πελτιέ αναμένεται να αποφυλακιστεί από την ομοσπονδιακή φυλακή τον επόμενο μήνα, στις 18 Φεβρουαρίου. Πιστεύεται ότι μέσα στις επόμενες εβδομάδες ο Πελτιέ θα επιστρέψει στην Ινδιάνικη Περιοχή Τερτλ Μάουντεν, όπου μεγάλωσε, και θα ζήσει σε ένα σπίτι που αγόρασε γι’ αυτόν η Συλλογικότητα NDN. Σύμφωνα με τον ιδρυτή της Συλλογικότητας, Νικ Τίλσεν, ο Πελτιέ θα «ζήσει τις υπόλοιπες μέρες του περιτριγυρισμένος από αγαπημένα πρόσωπα, για να θεραπευτεί και να επανασυνδεθεί με τη γη και τον πολιτισμό του». Ο ίδιος ο Λέοναρντ Πελτιέ δήλωσε: «Επιτέλους τελείωσε – πάω σπίτι. Θέλω να δείξω στον κόσμο ότι είμαι ένας καλός άνθρωπος με καλή καρδιά. Θέλω να βοηθήσω τους ανθρώπους, όπως ακριβώς με δίδαξε η γιαγιά μου».

Ava Fahey, “Leonard Peltier granted clemency after 49 years”, Workers’ Voice / La Voz de los Trabajadores, 21 Ιανουαρίου 2025, https://workersvoiceus.org/2025/01/21/leonard-peltier-granted-clemency-after-49-years/.

Ava Fahey, «Leonard Peltier, saldrá de la carcel tras 49 años de prisión», Workers’ Voice / La Voz de los Trabajadores, 21 Ιανουαρίου 2025, https://workersvoiceus.org/es/2025/01/21/leonard-peltier-granted-clemency-after-49-years/.

Λευτεριά στον Λέοναρντ Πελτιέ!

Την Κυριακή, 8 Δεκεμβρίου, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν απένειμε πλήρη και άνευ όρων χάρη στον γιο του Χάντερ, γλιτώνοντας τον νεότερο Μπάιντεν από έως και 25 χρόνια φυλάκισης για έξι κακουργηματικές κατηγορίες και πολλαπλά πλημμελήματα που σχετίζονται με παραβάσεις της νομοθεσίας περί όπλων και φοροδιαφυγή. Ο πρόεδρος Μπάιντεν είχε δηλώσει προηγουμένως, πολλές φορές και με σαφήνεια, ότι δεν θα απονείμει χάρη στον γιο του, ένα αμφιλεγόμενο δημόσιο πρόσωπο που είναι ίσως πιο γνωστό για τις υψηλού επιπέδου μάχες του με τον εθισμό στα ναρκωτικά. Η απόφαση του Μπάιντεν υποκινήθηκε αναμφισβήτητα από προσωπική μεροληψία. Ο Χάντερ Μπάιντεν δεν είχε περάσει ποτέ μια νύχτα στη φυλακή και τώρα, πιθανότατα δεν θα περάσει ποτέ.

Το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί για τον μακροβιότερο πολιτικό κρατούμενο στην ιστορία των ΗΠΑ, τον Λέοναρντ Πελτιέ. Παρά τις εκκλήσεις για επιείκεια από διάσημα πρόσωπα όπως ο Νέλσον Μαντέλα, ο Δαλάι Λάμα και η Μητέρα Τερέζα, για να μην αναφέρουμε πολλά όργανα των Ηνωμένων Εθνών και τον αρχικό εισαγγελέα της υπόθεσής του, ο Πέλτιερ έχει εκτίσει σχεδόν 50 χρόνια σε ομοσπονδιακή φυλακή για ένα έγκλημα που υποστηρίζει ότι δεν διέπραξε. Ο Μπάιντεν έχει την εκτελεστική εξουσία να απονείμει χάρη στον Πελτιέ, ή τουλάχιστον να μετατρέψει την ποινή του – και παρόλα αυτά, δεν έχει ανταποκριθεί στις θερμές εκκλήσεις της επιτροπής υπεράσπισης του Πελτιέ.

Ο Λέοναρντ Πελτιέ βρίσκεται σε επικίνδυνα κακή κατάσταση υγείας. Παρά το γεγονός ότι είναι δικαιούχος για αποφυλάκιση υπό όρους λόγω ηλικίας και ασθένειας, η αποφυλάκιση του Πελτιέ απορρίφθηκε και πάλι τον Ιούλιο του 2024. Ο Πελτιέ θα είναι δικαιούχος για ακρόαση υπό όρους και πάλι το 2039, όταν θα είναι 94 ετών, αλλά λαμβάνοντας υπόψη την υγεία του, την ηλικία του και την καταστροφική κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι ηλικιωμένοι και οι φυλακισμένοι, ο Πελτιέ δύσκολα θα έχει χρόνο στη διάθεσή του.

Ο Πελτιέ, ο οποίος πρόσφατα γιόρτασε τα 80ά γενέθλιά του σε φυλακή υψίστης ασφαλείας, νοσηλεύτηκε τον Οκτώβριο για δεύτερη φορά φέτος λόγω συνεχιζόμενων χρόνιων προβλημάτων υγείας. Ο Πελτιέ έχει μια δυνητικά θανατηφόρα καρδιακή πάθηση, εκτός από long COVID, νεφρική νόσο, διαβήτη τύπου ΙΙ, εκφυλιστική νόσο των αρθρώσεων και απώλεια όρασης. Καθεμία από αυτές τις καταστάσεις υγείας απαιτεί συνεχή ιατρική φροντίδα, την οποία, σύμφωνα με τους δικηγόρους του Πελτιέ, το Γραφείο Φυλακών δεν παρείχε. Ο Πελτιέ χρησιμοποιεί περιπατητήρα, αλλά χρειάζεται αναπηρικό καροτσάκι, το οποίο η φυλακή δεν του παρέχει. Δεν του έχει επιτραπεί να δει οδοντίατρο εδώ και πάνω από 10 χρόνια. Το Γραφείο Φυλακών προσέφερε στον Πελτιέ ένα μηχάνημα CPAP για την άπνοια του ύπνου του, αλλά το μηχάνημα καθίσταται άχρηστο λόγω του γεγονότος ότι το κελί του Λέοναρντ δεν έχει πρίζα για να το ενεργοποιήσει.

Ο Πελτιέ πρέπει απεγνωσμένα να αφεθεί ελεύθερος. Η αρχική φυλάκισή του το 1976 για πολιτικούς λόγους ήταν απάνθρωπη και γίνεται όλο και πιο απάνθρωπη κάθε χρόνο καθώς η υγεία του συνεχίζει να καταρρέει. Είναι ένας ηλικιωμένος αυτόχθονας και ένας ηλικιωμένος του κινήματος και η συνεχιζόμενη φυλάκισή του έχει βαθιές αρνητικές επιπτώσεις τόσο στις κοινότητες της φυλής του όσο και στο σύνολο του απελευθερωτικού κινήματος των αυτοχθόνων. Ακόμα κι έτσι, η ιστορία της ζωής του Λέοναρντ Πελτιέ, η δράση του στο κίνημα και η τεράστια γενναιότητα και επιμονή του αποτελούν οδηγό για τους οργανωτές και τους ακτιβιστές σε όλο τον κόσμο.

Τα νεανικά χρόνια του Λέοναρντ

Ο Πελτιέ, ο οποίος έχει καταγωγή από τους Λακότα, τους Ντακότα και τους Ανισιναάμπε, μεγάλωσε στον Καταυλισμό Τερτλ Μάουντεν της Turtle Mountain Band of Chippewa (Μικιναακουατζίου-ινινίουαγκ), της οποίας είναι εγγεγραμμένο μέλος. Με έκταση έξι επί δώδεκα μίλια, ο Καταυλισμός Τερτλ Μάουντεν είναι το μόνο που έχει απομείνει από εκατομμύρια στρέμματα που η κυβέρνηση των ΗΠΑ κατέσχεσε και απέσπασε με τη βία από τον λαό των Οτζίμπουε. Όταν πέθανε ο παππούς του, το Γραφείο Ινδιάνικων Υποθέσεων έκρινε τη γιαγιά του ακατάλληλη να μεγαλώσει μόνη της τον Λέοναρντ και τις αδελφές του και τους μετέφερε με τη βία στο Ινδιάνικο Σχολείο του Γουάπετον, όπου παρέμεινε από τα εννέα έως τα δώδεκα του χρόνια. Το 2021, ο Πελτιέ κατέθεσε την εμπειρία του: «Ήταν η κόλαση».

Ο Πελτιέ είναι ένας επιζών του συστήματος των οικοτροφείων για το οποίο ο πρόεδρος Μπάιντεν αναγνώρισε πρόσφατα επίσημα και ζήτησε «συγγνώμη». Η συγγνώμη του Μπάιντεν δεν περιείχε καμία υπόσχεση αποζημίωσης για τους συγγενείς των σχεδόν 1000 παιδιών που δολοφονήθηκαν από το σύστημα των οικοτροφείων, ούτε για τους γηραιότερους αυτόχθονες που επέζησαν από το σύστημα των οικοτροφείων, ούτε για τους απογόνους τους που συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν τις συνεχιζόμενες αρνητικές συνέπειες αυτής της σκόπιμης πράξης πολιτιστικής γενοκτονίας (βλ. πρόσφατο δελτίο τύπου της Συλλογικότητας NDN). Στο Γουάπετον, όπως και σε άλλα οικοτροφεία, οι λευκοί δάσκαλοι έκοβαν τα μαλλιά των παιδιών των αυτοχθόνων, τους ασκούσαν σωματική βία, τα ψέκαζαν με εντομοκτόνο με το σαθρό πρόσχημα της πρόληψης ασθενειών και τα ανάγκαζαν να μιλούν αγγλικά – απαγορεύοντας τους να μιλούν τις γλώσσες που μιλούσαν στο σπίτι τους. Το σύνθημα των πρώτων ινδιάνικων οικοτροφείων θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε όλα όσα ακολούθησαν: «Σκότωσε τον Ινδιάνο, σώσε τον άνθρωπο».

Και όμως, όπως πολλοί επιζώντες του οικοτροφείου, ο Πελτιέ εργάστηκε σκληρά για να διατηρήσει την αυτοχθονική του ταυτότητα. «Μιλούσαμε τη γλώσσα μας. Τραγουδούσαμε τα τραγούδια μας. Και προσευχόμασταν στις γλώσσες μας, όλα κρυφά. Μυστικά, πίσω από το γυμναστήριο. Ονομάζαμε τους εαυτούς μας Αντιστασιακούς, από την περίφημη Γαλλική Αντίσταση». Ο Λέοναρντ προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να δραπετεύσει∙ δεν θα έφευγε από το σχολείο μέχρι να αποφοιτήσει.

Όταν ο Πελτιέ επέστρεψε στο Τερτλ Μάουντεν, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ξεκινούσε το 1956 τον νόμο περί μετεγκατάστασης των Ινδιάνων. Επικεφαλής ήταν ο Ντίλον Σ. Μάιερ, ο οποίος είχε πρόσφατα πρωτοστατήσει στην αμερικανική πολιτική εγκλεισμού των Ιαπώνων. Το Γραφείο Ινδιάνικων Υποθέσεων (Bureau of Indian Affairs – BIA), το οποίο χαρακτηριζόταν ως πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης, ενθάρρυνε τους αυτόχθονες να αποκτήσουν επαγγελματική κατάρτιση για θέσεις εργασίας που δεν υπήρχαν στις αγροτικές κοινότητες όπου ζούσε η πλειοψηφία των αυτοχθόνων.

Ταυτόχρονα με μια ομοσπονδιακή εκστρατεία ακύρωσης που κατήργησε τις συνθήκες, διέλυσε τις κυβερνήσεις των φυλών και εξάλειψε τους καταυλισμούς, το BIA προσέφερε φαινομενικά γενναιόδωρες επιδοτήσεις σε αυτόχθονες για μετεγκατάσταση σε αστικές περιοχές. Ένας πρώην επίτροπος του BIA αποκάλεσε το πρόγραμμα «εισιτήριο χωρίς επιστροφή από την αγροτική στην αστική φτώχεια». Πέρα από την αποτυχία του να βγάλει τους αυτόχθονες από τη φτώχεια, το πρόγραμμα αντιπροσώπευε μια αναμφισβήτητη προσπάθεια της ομοσπονδιακής κυβέρνησης να αφομοιώσει τους αυτόχθονες στην κουλτούρα των λευκών των ΗΠΑ. Αυτό δεν ήταν μια παρενέργεια του προγράμματος: ήταν ο στόχος.

Παρόλο που οι πολιτικές της ακύρωσης και της μετεγκατάστασης δεν κατάφεραν να επιτύχουν τους πλήρεις στόχους της αφομοίωσης, οι πολιτικές αυτές άλλαξαν ριζικά τον τρόπο ζωής των αυτοχθόνων. Το BIA προσπάθησε να εξοντώσει τους Τσιππέουα του Τερτλ Μάουντεν αυξάνοντας την αστυνομική βία (η ξαδέλφη του Πελτιέ ξυλοκοπήθηκε από έναν υπάλληλο του BIA τόσο άσχημα που απέβαλε) και αρνούμενο φαγητό σε όσους δεν ενδιαφέρονταν να μετεγκατασταθούν. Στα 14 του χρόνια, ο Πελτιέ έφυγε για τη Δυτική Ακτή, όπου τελικά έγινε κάτι σαν ηγέτης της κοινότητας μεταξύ των αυτοχθόνων των πόλεων. Στην ηλικία των 20 ετών, ο Πελτιέ ήταν συνιδιοκτήτης ενός καταστήματος αυτοκινήτων, τον δεύτερο όροφο του οποίου χρησιμοποιούσε ως κέντρο επανένταξης για αλκοολικούς και πρώην κατάδικους της κοινότητάς του, οι οποίοι προσπαθούσαν να βρουν δουλειά. Εδώ ήταν που ο Πελτιέ άρχισε να εμπλέκεται για πρώτη φορά με το Κίνημα των Αμερικανών Ινδιάνων (AIM / American Indian Movement).

Το AIM

Το AIM ξεκίνησε ως μια ομάδα ακτιβιστών ιθαγενών αστικών περιοχών στη Μινεάπολη, οργανώνοντας τους Ανισιναάμπε των πόλεων που είχαν εκτοπιστεί από εκεί λόγω της ακύρωσης και της μετεγκατάστασης. Τα επόμενα χρόνια, το AIM αύξησε τη δημοτικότητά του, σε μεγάλο βαθμό χάρη σε αρκετές καλά οργανωμένες και δημοσιοποιημένες δράσεις διαμαρτυρίας. Το 1969, τα μέλη του AIM ήταν μεταξύ των συμμετεχόντων στην κατάληψη του Αλκατράζ υπό την ηγεσία των Ινδιάνων όλων των φυλών.

Το Αλκατράζ δεν ήταν τότε τουριστικός προορισμός αλλά μάλλον εγκαταλελειμμένη ομοσπονδιακή ιδιοκτησία. Η Συνθήκη του Φορτ Λάραμι του 1868, που υπογράφηκε μεταξύ της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ και των εθνών Αραπάχο, Γιανκτονάι, Ογκλάλα, Μιννικόντζου και Μπρουλέ, όριζε ότι όλες οι εγκαταλελειμμένες ομοσπονδιακές εκτάσεις θα επιστρέφονταν στους ιθαγενείς. Σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης του 1868, η κατάληψη του Αλκατράζ από το AIM ήταν απολύτως νόμιμη.

Με επικεφαλής τους φοιτητές διοργανωτές του Πανεπιστημίου Μπέρκλεϊ Ρίτσαρντ Όουκς, ο οποίος ήταν Μοχόκ, και ΛαΝάντα Μινς, η οποία είναι Σοσόνι-Μπαννόκ, οι καταλήψεις ήταν καλά οργανωμένες, εγκατέστησαν ένα σχολείο στο νησί και ψήφιζαν συλλογικά για όλες τις σημαντικές αποφάσεις. Πάνω από 10.000 ιθαγενείς επισκέφθηκαν την κατάληψη του Αλκατράζ κατά τη διάρκεια των 19 μηνών της ύπαρξής της, καθώς και αρκετοί λευκοί συμπαθούντες (οι οποίοι, με χιουμοριστικό τρόπο, υποχρεώθηκαν να εγγραφούν στο «Γραφείο Καυκάσιων Υποθέσεων» που ίδρυσαν οι καταληψίες). Παρά τη νομιμότητα της κατάληψης σύμφωνα με την προϋπάρχουσα συνθήκη, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έκλεισε σταδιακά το ηλεκτρικό ρεύμα, τις τηλεφωνικές γραμμές και την παροχή νερού στο νησί και τελικά απομάκρυνε τους τελευταίους διαδηλωτές με τη βία το 1971.

Το φθινόπωρο του 1972, το AIM διοργάνωσε την πιο φιλόδοξη εκδήλωση μέχρι σήμερα, το Trail of Broken Treaties and Pan American Native Quest for Justice [Μονοπάτι των Παραβιασμένων Συνθηκών και η Παναμερικανική Αναζήτηση των Αυτοχθόνων για Δικαιοσύνη]. Καραβάνια αναχώρησαν από τη Δυτική Ακτή, με προορισμό την Ουάσιγκτον, για να παραδώσουν τον κατάλογο των αιτημάτων τους που περιλάμβανε 20 σημεία, συμπεριλαμβανομένης της νομικής αναγνώρισης των συνθηκών, νέων διαδικασιών σύναψης συνθηκών, της επιστροφής εκατομμυρίων στρεμμάτων γης στα έθνη των ιθαγενών, της κατάργησης της πράξης ακύρωσης και της θρησκευτικής ελευθερίας. Ο Πελτιέ ήταν παρών στο Trail of Broken Treaties, όντας μέλος της ασφάλειας του καραβανιού. Κάνοντας στάσεις σε καταυλισμούς κατά μήκος της διαδρομής, το Trail of Broken Treaties μεγάλωσε από τρία αρχικά καραβάνια σε μια ουρά αυτοκινήτων μήκους τεσσάρων μιλίων. Έκλεισαν ραντεβού για τους εκπροσώπους του AIM για να συναντηθούν με το BIA, το Υπουργείο Εργασίας και το Υπουργείο Εμπορίου κατά την άφιξή τους. Στις 2 Νοεμβρίου, τα καραβάνια έφτασαν στην πρωτεύουσα, για να διαπιστώσουν ότι όλα τα ραντεβού τους είχαν ακυρωθεί χωρίς προειδοποίηση και ότι οι εκκλησίες που είχαν συμφωνήσει να ταΐσουν και να στεγάσουν τους διαδηλωτές είχαν αθετήσει τη συμφωνία τους. Το BIA, το οποίο κανονικά εξασφάλιζε καταλύματα για τις αντιπροσωπείες των ιθαγενών στην Ουάσινγκτον, αρνήθηκε να βοηθήσει.

Περίπου 400 διαδηλωτές από 250 διαφορετικά έθνη ιθαγενών συγκεντρώθηκαν έξω από την έδρα του BIA για να απαιτήσουν καταλύματα και μια συνάντηση. Καθώς δεν είχαν πού να περάσουν τη νύχτα, η ομάδα πήρε αυθόρμητα την απόφαση να καταλάβει τις εγκαταστάσεις του BIA. Κατέλαβαν το BIA για έξι ημέρες, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κατάσχεσης εκατοντάδων σελίδων διαβαθμισμένων εγγράφων που αφορούσαν τις υποθέσεις των ιθαγενών. Έλαβαν μηνύματα υποστήριξης από τον Ιρλανδικό Δημοκρατικό Στρατό και το Κόμμα των Μαύρων Πανθήρων και εκατοντάδες μη ιθαγενείς υποστηρικτές σχημάτισαν ένα ανθρώπινο φράγμα γύρω από τα γραφεία του BIA. Επί έξι ημέρες, οι διαδηλωτές του ΑΙΜ και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση προχώρησαν σε διαπραγματεύσεις, οι οποίες τελικά κορυφώθηκαν με τη συμφωνία του ΑΙΜ να αποχωρήσει από τα γραφεία του BIA υπό τον όρο ότι μια ειδική ομάδα, αποτελούμενη από ηγέτες του ΑΙΜ και βοηθούς του Νίξον, θα εξέταζε τον κατάλογο αιτημάτων 20 σημείων του ΑΙΜ.

Δυστυχώς, τα αποτελέσματα της ειδικής ομάδας δεν ήταν και τόσο ιδανικά. Αρκετούς μήνες αργότερα, η ειδική ομάδα ανακοίνωσε ότι θα απορρίψει επίσημα και τα 20 σημεία. Επιπλέον, η κατάληψη απέφερε στο AIM αυξημένη αρνητική προσοχή από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και σηματοδότησε, αν όχι την αρχή, τουλάχιστον την κλιμάκωση της παρατεταμένης εκστρατείας του FBI για την καταστροφή του AIM με διείσδυση, παρακολούθηση και εξωδικαστική και ενίοτε παραστρατιωτική βία κατά των μελών του.

Το AIM, μαζί με πλήθος αριστερών ομάδων και οργανώσεων απελευθέρωσης των Μαύρων, βρέθηκε στο στόχαστρο του Προγράμματος Αντικατασκοπείας του FBI στα μέσα του 20ου αιώνα (COINTELPRO). Οι διακηρυγμένοι στόχοι του COINTELPRO ήταν να «εκθέσει, να διαταράξει, να παραπλανήσει, να δυσφημίσει ή να εξουδετερώσει με άλλο τρόπο» άτομα και οργανώσεις που το FBI θεωρούσε «εχθρούς του κράτους». Χρησιμοποιήθηκαν πολλές τακτικές –κυρίως, αν όχι εξ ολοκλήρου, παράνομες– προκειμένου να «εξουδετερωθούν» πολιτικά ενεργά άτομα καθιστώντας τα ανίκανα να ασκήσουν πολιτική δραστηριότητα. Για πολλούς, αυτό σήμαινε φυλάκιση· σχεδόν κάθε ηγέτης του AIM έχει φυλακιστεί κάποια στιγμή σε κρατική ή ομοσπονδιακή φυλακή.

Άλλες τακτικές περιλάμβαναν την αποστολή δυσφημιστικών και συνήθως αναληθών πληροφοριών στις οικογένειες και τους συντρόφους των ανθρώπων, τον εκφοβισμό τους και την αποστολή απειλών θανάτου. Το FBI συχνά ενοχοποιούσε τους πολιτικούς του στόχους ως πληροφοριοδότες της αστυνομίας, γεγονός που απομόνωνε σημαντικούς πολιτικούς ηγέτες που δεν είχαν κάνει τίποτα κακό απέναντι σε συντρόφους και δημιουργούσε επίσης ένα περιβάλλον φόβου στις οργανώσεις. Το 2019, ένας πρώην πράκτορας του FBI παραδέχτηκε ότι το FBI «ήθελε να αλληλοσκοτωθούν, καθώς βρισκόμασταν σε πόλεμο εναντίον του AIM».

Πληγωμένο Γόνατο ΙΙ

Στις 12 Φεβρουαρίου 1972, μια ομάδα λευκών εποίκων σε μια πόλη της Νότιας Ντακότα, λίγο έξω από τον καταυλισμό, απήγαγε, κακοποίησε σεξουαλικά και ξυλοκόπησε μέχρι θανάτου έναν γέροντα των Ογκλάλα, τον Ρέιμοντ Γέλοου Θάντερ [Ρέιμοντ Κίτρινο Κεραυνό]. Η δολοφονία ήταν τυχαία, απρόκλητη, προμελετημένη και υποκινούμενη από ρατσιστικό μίσος∙ αυτόπτες μάρτυρες άκουσαν τους τέσσερις άνδρες που ήταν υπεύθυνοι να μιλάνε για το ότι «θα καθαρίσουν έναν Ινδιάνο» νωρίτερα εκείνο το βράδυ. Οι δολοφόνοι του Γέλοου Θάντερ ήταν οι πρώτοι λευκοί που συνελήφθησαν, δικάστηκαν και καταδικάστηκαν για τη δολοφονία ιθαγενή στην ιστορία της Νότιας Ντακότα. Μόνο δύο από τους τέσσερις εξέτισαν ποινή φυλάκισης, και κανένας τους δεν εξέτισε πάνω από πέντε χρόνια.

Λίγο καιρό μετά τη δολοφονία του Γέλοου Θάντερ, εκλέχθηκε νέος πρόεδρος στο Συμβούλιο της φυλής Πάιν Ριτζ. Ο Ντικ Γουίλσον, πρώην λαθρέμπορος, ήταν βαθιά διεφθαρμένος και έβαλε εκατοντάδες φίλους και συγγενείς του στη μισθοδοσία της φυλής, χορηγώντας τους μισθούς 15.000 δολαρίων, όταν το μέσο ετήσιο εισόδημα στο Πάιν Ριτζ μόλις και μετά βίας ξεπερνούσε τα 800 δολάρια. Καθολικός με μερική ευρωπαϊκή καταγωγή, η πολιτική του Γουίλσον ήταν αφομοιωτική, προκατειλημμένη απέναντι στους γνήσιους ιθαγενείς και ανοιχτά εχθρική απέναντι στις προσπάθειες πολιτιστικής διατήρησης από τους παραδοσιακούς του Πάιν Ριτζ που δίδασκαν και ζούσαν σύμφωνα με τους παραδοσιακούς τρόπους των Ογκλάλα. Με κονδύλια που του δόθηκαν απλόχερα από το BIA και το FBI, ο Γουίλσον δημιούργησε μια ιδιωτική αστυνομική δύναμη, που ίσως περιγράφεται καλύτερα ως πολιτοφυλακή, την οποία αποκαλούσε με καμάρι Απόσπασμα GOON (Guardians Of the Oglala Nation / Φύλακες του Έθνους Ογκλάλα).

Ο Γουίλσον έκανε εχθρό το ΑΙΜ όταν το ΑΙΜ προσπάθησε να διοργανώσει μια γιορτή για τη νίκη μετά το Μονοπάτι των Σπασμένων Συνθηκών στον καταυλισμό Πάιν Ριτζ και, ως απάντηση, ο Γουίλσον κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και απαγόρευσε στο ΑΙΜ να συγκεντρώνεται στην περιοχή. Απομάκρυνε μέλη του συμβουλίου της φυλής που ήταν γνωστό ότι ήταν συμπαθούντες του AIM, ακόμη και σεβαστούς γέροντες. Επιπλέον, ζήτησε εξωτερική υποστήριξη από τους σερίφηδες των ΗΠΑ, στρατιωτικοποιώντας ουσιαστικά τον καταυλισμό. Οι GOON ανταγωνίζονταν και εκφόβιζαν ανοιχτά τους συμπαθούντες το AIM και τους παραδοσιακούς των Ογκλάλα χτυπώντας τους, πυροβολώντας τους και καίγοντας τα σπίτια τους.

Οι εντάσεις αυξήθηκαν περαιτέρω όταν στις 21 Ιανουαρίου 1973, ο Γουέσλι Μπαντ Χαρτ Μπουλ [Γουέσλεϊ Κακή Καρδιά Ταύρου], ένας άνδρας των Ογκλάλα, μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου από έναν λευκό άνδρα ονόματι Νταρλντ Σμιτζ, ο οποίος κατηγορήθηκε μόνο για ανθρωποκτονία εξ αμελείας. Υπάρχουν πειστικές αποδείξεις ότι η δολοφονία ήταν εσκεμμένη, απρόκλητη, προμελετημένη και υποκινούμενη από φυλετικό μίσος: Ο Σμιτζ είχε ακουστεί νωρίτερα εκείνο το βράδυ να δηλώνει ότι «θα τον σκότωνε έναν Ινδιάνο».

Η Σάρα Μπαντ Χαρτ Μπουλ, η μητέρα του Γουέσλι, απευθύνθηκε στο ΑΙΜ για να ζητήσει τη βοήθειά τους για να αντιδράσει στην εξωφρενικά επιεική ποινική δίωξη. Το AIM οργάνωσε ένα καραβάνι από ιθαγενείς ακτιβιστές για να ταξιδέψουν στο δικαστήριο της κομητείας Κάστερ, όπου δικάστηκε ο Σμιτζ, για να απαιτήσουν την απαγγελία κατηγοριών για φόνο πρώτου βαθμού. Περίπου 200 άτομα εμφανίστηκαν στη μέση μιας χιονοθύελλας στις 6 Φεβρουαρίου 1973.

Παρά το γεγονός ότι επρόκειτο για ένα δημόσιο κτίριο, μόνο πέντε εκπρόσωποι του AIM επιτράπηκε να μπουν μέσα για να υποστηρίξουν την υπόθεσή τους. Απέτυχαν. Οι εκπρόσωποι του ΑΙΜ επέστρεψαν στο πλήθος που περίμενε έξω για να αναφέρουν ότι η κομητεία δεν υποχωρούσε, οπότε η Σάρα Μπαντ Χαρτ Μπουλ άρχισε να επιτίθεται λεκτικά σε έναν πολιτειακό αστυνομικό. Ο πολιτειακός αστυνομικός έσπρωξε τη Σάρα κάτω από τις σκάλες του δικαστηρίου της κομητείας και το πλήθος ξέσπασε. Οι δυνάμεις επιβολής του νόμου χρησιμοποίησαν βόμβες καπνού, δακρυγόνα και πυροβόλα εναντίον του πλήθους των διαδηλωτών. Σε απάντηση, οι αυτόχθονες διαδηλωτές αντέδρασαν στην αστυνομική βία, πετώντας βόμβες μολότοφ και επιτιθέμενοι στις υποδομές, καίγοντας τελικά το τοπικό εμπορικό επιμελητήριο. Σε μια παράλογη κακοδικία, 37 ακτιβιστές των Ογκλάλα και των ιθαγενών του AIM συνελήφθησαν και εξέτισαν ποινές για κατηγορίες που σχετίζονταν με την αυθόρμητη εξέγερση στο δικαστήριο. Η Σάρα Μπαντ Χαρτ Μπουλ, η μητέρα του Γουέσλι, εξέτισε έξι μήνες με την κατηγορία της εξέγερσης. Ο δολοφόνος του γιου της αθωώθηκε από ένα αμιγώς λευκό σώμα ενόρκων.

Μετά την εξέγερση στα δικαστήρια, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ενέτεινε τη μυστική επίθεσή της κατά του AIM και των ιθαγενών ακτιβιστών στο Πάιν Ριτζ. Τοποθέτησαν στο Πάιν Ριτζ 80 αμερικανούς αστυνόμους, 50 υπαλλήλους του BIA και πολλούς πράκτορες του FBI, οι οποίοι εργάζονταν μαζί με τους GOON του Γουίλσον. Σε απάντηση στη στρατιωτικοποίηση του καταυλισμού τους, και μετά τις αποτυχημένες προσπάθειες της Οργάνωσης Πολιτικών Δικαιωμάτων των Ογκλάλα Σιού να μηνύσει τον Ντικ Γουίλσον, ορισμένοι Ογκλάλα επικοινώνησαν με τo AIM για βοήθεια στην αντεπίθεση. Χρησιμοποιώντας την τακτική της κατάληψης για την οποία είχε γίνει γνωστό το ΑΙΜ, στις 27 Φεβρουαρίου 1973, μια ομάδα περίπου 200 ακτιβιστών των Ογκλάλα και του ΑΙΜ κατέλαβε το Πληγωμένο Γόνατο, τον ίδιο τόπο όπου στις 29 Δεκεμβρίου 1890 ο αμερικανικός στρατός έσφαξε σχεδόν 300 άοπλους Μινικόντζου και Χανκπάπα Λακότα.

Αν δεν υπήρχε η δυσανάλογη κατασταλτική τακτική που χρησιμοποίησε η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, τα γεγονότα στο Πληγωμένο Γόνατο ίσως να μην είχαν κλιμακωθεί στην 71 ημερών κατάληψη και αντιπαράθεση που σημειώθηκε. Η Μαντόνα Θάντερ Χοκ [Μαντόνα Γεράκι Κεραυνού], μια γυναίκα Οοχενούμπα Λακότα και γιατρός του ΑΙΜ στο Πληγωμένο Γόνατο, ανέφερε: «Το σχέδιό μας δεν ήταν να έχουμε αντιπαράθεση με τους Ομοσπονδιακούς. Μας ζητήθηκε να έρθουμε στη συγκέντρωση της κοινότητας του Πάιν Ριτζ για να ακούσουμε τα παράπονα του λαού. Στο Πληγωμένο Γόνατο ήμασταν περικυκλωμένοι από τους Ομοσπονδιακούς».

Ήταν περικυκλωμένοι. Σε λιγότερο από μία ημέρα, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έστησε οδοφράγματα που εμπόδιζαν τα τρόφιμα και τις προμήθειες να φτάσουν στους ακτιβιστές. Η ελευθερία του λόγου περιορίστηκε καθώς απαγορεύτηκε η είσοδος δημοσιογράφων στο Πληγωμένο Γόνατο. Τους επόμενους δυόμισι μήνες, οι ομοσπονδιακές δυνάμεις έριξαν πάνω από 130.000 σφαίρες.

Οι ακτιβιστές του AIM και των Ογκλάλα ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις με τον Λευκό Οίκο. Απαίτησαν την κατάργηση του υφιστάμενου συμβουλίου της φυλής με επικεφαλής τον τύραννο Γουίλσον και την επαναφορά της Συνθήκης του Φορτ Λάραμι του 1868 και της παραδοσιακής κυβέρνησης των Ογκλάλα Λακότα. Στις 11 Μαρτίου κήρυξαν την ανεξαρτησία του έθνους Ογκλάλα ως κυρίαρχο έθνος. Κατά τη διάρκεια των 71 ημερών, το AIM και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αντάλλαξαν πυρά, οδηγώντας στην παράλυση του σερίφη των ΗΠΑ Λόιντ Γκριμ και στο θάνατο του Φρανκ Κλιαργουότερ [Φρανκ Καθαρό νερό] (Τσερόκι) και του Λόρενς «Μπάντι» Λάμοντ (Ογκλάλα). Ο Ρέι Ρόμπινσον, ένας μαύρος ακτιβιστής των πολιτικών δικαιωμάτων που συμμετείχε στην κατάληψη, εξαφανίστηκε και αργότερα κηρύχθηκε νομικά νεκρός.

Μετά το θάνατο του Λάμοντ, ο οποίος πυροβολήθηκε στην καρδιά αφού αναγκάστηκε να βγει από το καταφύγιό του με δακρυγόνα, οι πρεσβύτεροι της φυλής ζήτησαν τον τερματισμό της κατάληψης. Στις 5 Μαΐου 1973, οι δύο πλευρές κατέληξαν σε συμφωνία αποχώρησης και τρεις ημέρες αργότερα, στις 8 Μαΐου, τα μέλη του AIM και των Ογκλάλα εκκένωσαν το Πληγωμένο Γόνατο.

Αντιπαράθεση

Η επακόλουθη εκστρατεία του FBI κατά των ακτιβιστών και των συμπαθούντων του AIM στο Πάιν Ριτζ για τα επόμενα τρία χρόνια αναφέρεται ως «βασιλεία του τρόμου». Χρηματοδοτούμενη από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, η ομάδα GOON του Γουίλσον επιδόθηκε σε μια παρατεταμένη εκστρατεία βίας εναντίον οποιουδήποτε θεωρούνταν υποστηρικτής του AIM. Τουλάχιστον 64 άνθρωποι των Ογκλάλα και οργανωτές του AIM δολοφονήθηκαν σε υποθέσεις που δεν έχουν ποτέ διαλευκανθεί επισήμως, ενώ ορισμένες εκτιμήσεις υπολογίζουν τον συνολικό αριθμό των νεκρών σε 300 – με αποτέλεσμα ο ετήσιος ρυθμός δολοφονιών στο Πάιν Ριτζ να είναι πάνω από 17 φορές μεγαλύτερος από τον εθνικό μέσο όρο. Εκατοντάδες άλλοι ξυλοκοπήθηκαν και παρενοχλήθηκαν βάναυσα.

Ο Πελτιέ, μαζί με περίπου δώδεκα άλλους ακτιβιστές του ΑΙΜ, επέστρεψε στον καταυλισμό για να προσφέρει προστασία στους παραδοσιακούς Ογκλάλα και στους συμπαθούντες του ΑΙΜ. Έστησαν στρατόπεδο στο ράντσο Τζάμπινγκ Μπουλ, το οποίο κατοικούνταν κυρίως από οικογένειες, παιδιά και γέροντες που ζούσαν με τους παραδοσιακούς τρόπους των Ογκλάλα.

Στις 25 Ιουνίου 1975, οι πράκτορες του FBI Τζακ Κόλερ και Ρόναλντ Γουίλιαμς έφτασαν στο Πάιν Ριτζ αναζητώντας έναν 19χρονο ονόματι Τζίμι Ιγκλ [Τζίμι Αετός], τον οποίο υποπτεύονταν ότι είχε κλέψει ένα ζευγάρι καουμπόικες μπότες. Οι κάτοικοι είπαν στον Κόλερ και τον Γουίλιαμς ότι δεν είχαν δει τον Ιγκλ. Την επόμενη μέρα, οι πράκτορες επέστρεψαν. Με πολιτικά και με αυτοκίνητο χωρίς διακριτικά, οδήγησαν στο ράντσο Τζάμπινγκ Μπουλ καταδιώκοντας τον Ιγκλ.

Μια γυναίκα, τα παιδιά της οποίας έπαιζαν έξω, άκουσε κάτι που νόμιζε ότι ήταν πυροτεχνήματα και κοιτάζοντας έξω είδε δύο λευκούς αγνώστους να βγάζουν βαλίτσες με όπλα από το πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου τους. Φώναξε και ακολούθησε ανταλλαγή πυροβολισμών μεταξύ των πρακτόρων του FBI και των κατοίκων του Τζάμπινγκ Μπουλ που υπερασπίζονταν τους εαυτούς τους και τις οικογένειές τους. Οι πράκτορες του FBI κάλεσαν ενισχύσεις, και μέσα σε λίγα λεπτά το Ράντσο Τζάμπινγκ Μπουλ ήταν περικυκλωμένο από ομάδες SWAT, πράκτορες του FBI, αστυνομικούς του BIA και GOON.

Με αυτή την υποστήριξη, οι πράκτορες του FBI πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι, σπάζοντας πόρτες, λεηλατώντας προσωπικά αντικείμενα και απειλώντας τους κατοίκους του Τζάμπινγκ Μπουλ με αυτόματα όπλα. Ορισμένοι ακτιβιστές των Ογκλάλα και του AIM ανταπέδωσαν τα πυρά. Όταν διαλύθηκε ο καπνός, οι πράκτορες Κόλερ και Γουίλιαμς κείτονταν νεκροί, πυροβολημένοι στο κεφάλι εξ επαφής. Ο ακτιβιστής του AIM στο Κοέρ ντ’ Αλέν, Τζόζεφ Σταντζ Κίλσραϊτ, πυροβολήθηκε επίσης στο κεφάλι εξ επαφής. Ο θάνατός του δεν διερευνήθηκε ποτέ.

Οι υπόλοιποι ακτιβιστές του AIM μόλις που γλίτωσαν τη ζωή τους και οι περισσότεροι από αυτούς πέρασαν στην παρανομία. Ο Πελτιέ κατέφυγε στον Καναδά, αντιλαμβανόμενος ότι δεν είχε καμία πιθανότητα δίκαιης δίκης. Με τη φυγή του Πελτιέ, το FBI εξαπέλυσε ένα από τα πιο εκτεταμένα ανθρωποκυνηγητά του μέχρι σήμερα.

Καμία δίκαιη δίκη

Η έρευνα του FBI για τους θανάτους του Κόλερ και του Γουίλιαμς ήταν αντισυνταγματική από την αρχή της∙ έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Δικαιωμάτων των ΗΠΑ αποκάλυψε ότι έρευνες πραγματοποιήθηκαν χωρίς εντάλματα και πολλά άτομα κρατήθηκαν χωρίς αιτιολόγηση για ανάκριση.

Τέσσερις ηγέτες του AIM παραπέμφθηκαν σε δίκη για τους θανάτους των ομοσπονδιακών πρακτόρων: Μαζί με τον Πελτιέ, ήταν ο Ντίνο Μπάτλερ, ο Μπομπ Ρομπιντό και ο Τζίμι Ιγκλ. Στη δίκη του Μπάτλερ και του Ρομπιντό, οι ένορκοι έκριναν ότι οι δύο τους δικαιολογούνταν να ανταποδώσουν τα πυρά, λαμβάνοντας υπόψη όχι μόνο τα απρόκλητα πυρά του FBI εκείνη την ημέρα στο Τζάμπινγκ Μπουλ, αλλά και την ευρύτερη ατμόσφαιρα της βασιλείας του τρόμου στο Πάιν Ριτζ, που είχε βάλει στο στόχαστρο ακτιβιστές του AIM τα τελευταία τρία χρόνια. Κρίθηκαν αθώοι.

Εξοργισμένο, το FBI απέσυρε τις κατηγορίες εναντίον του Ιγκλ, ώστε, σύμφωνα με τα δικά του υπομνήματα, «το πλήρες διωκτικό βάρος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης να στραφεί εναντίον του Λέοναρντ Πελτιέ». Η προσπάθεια που καταβλήθηκε για την εξιχνίαση των δολοφονιών αυτών των δύο πρακτόρων έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την παντελή έλλειψη έρευνας για τις δεκάδες δολοφονίες κατά τη διάρκεια της Βασιλείας του Τρόμου.

Ο Πελτιέ κατέφυγε στον Καναδά. Το FBI τον συνέλαβε και τον εξέδωσε με ένορκες καταθέσεις από μια φερόμενη ως πρώην φίλη του, τη Μιρτλ Πουρ Μπέαρ [Μιρτλ Φτωχή Αρκούδα], η οποία δήλωσε ότι τον είδε να πυροβολεί τους πράκτορες. Όμως η Πουρ Μπέαρ όχι μόνο δεν ήταν παρούσα στην ανταλλαγή πυροβολισμών, αλλά δεν είχε συναντήσει ποτέ στη ζωή της τον Πελτιέ. Η Πουρ Μπέαρ ανακάλεσε αργότερα και κατέθεσε ότι το FBI την εξανάγκασε να καταθέσει τις ένορκες δηλώσεις της απειλώντας να σκοτώσει την ίδια και την οικογένειά της. Της έδειξαν φωτογραφίες από τη νεκροψία της Άννα Μέι Άκουας, μιας δολοφονημένης Μί’κμακ ακτιβίστριας του AIM, και άφησαν να εννοηθεί ότι η Πουρ Μπέαρ θα μπορούσε να υποστεί παρόμοια μοίρα αν δεν κατέθετε.

Για τον Πελτιέ ορίστηκε διαφορετικός δικαστής από αυτόν που είχαν ο Μπάτλερ και ο Ρομπιντό, ο οποίος εξέδωσε αποφάσεις κατά της ομάδας υπεράσπισης του Πελτιέ. Στη Μιρτλ Πουρ Μπέαρ απαγορεύτηκε να καταθέσει για τον εξαναγκασμό της ένορκης κατάθεσής της. Τρεις άλλοι νέοι ιθαγενείς εξαναγκάστηκαν να καταθέσουν εναντίον του Πελτιέ αφού τρομοκρατήθηκαν από πράκτορες του FBI. Η κατάθεση για το βασίλειο του τρόμου στο Πάιν Ριτζ περιορίστηκε. Οι βαλλιστικές εκθέσεις που έδειχναν την ενοχή του Πελτιέ συμπεριλήφθηκαν στη δίκη, ενώ αποκλείστηκαν αντικρουόμενες βαλλιστικές εκθέσεις που έδειχναν την αθωότητά του. Ούτε ένας μάρτυρας δεν μπόρεσε να καταθέσει ότι είδε τον Πελτιέ να σκοτώνει τους δύο πράκτορες.

Κατά την προκαταρκτική διαδικασία, μία ένορκος παραδέχθηκε ανοιχτά ότι ήταν «τόσο προκατειλημμένη εναντίον των Ινδιάνων», και παρόλα αυτά, τοποθετήθηκε στους ενόρκους από τον ανίκανο συνήγορο υπεράσπισης του Πελτιέ. Οι ένορκοι, περιτριγυρισμένοι από Αμερικανούς αστυνόμους που τους είχαν πείσει ότι το AIM αποτελούσε απειλή για την ασφάλειά τους, καταδίκασαν τον Πελτιέ σε δύο φορές ισόβια κάθειρξη.

Στην έφεση, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο αναγκάστηκε να αλλάξει τη θεωρία του ότι ο Πελτιέ είχε προσωπικά πυροβολήσει και σκοτώσει τους πράκτορες, λόγω συντριπτικής έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων. Αντ’ αυτού, διατύπωσε τη θεωρία ότι ο Πελτιέ είχε βοηθήσει και υποκινήσει τους δολοφόνους τους. Όταν ρωτήθηκε ποιον βοήθησε και υποκίνησε ο Πελτιέ, ο εισαγγελέας Λιν Κρουκς δήλωσε: «Ίσως να βοήθησε και να υποκίνησε τον εαυτό του». Δεν μπορεί κανείς να βοηθήσει και να υποκινήσει τον εαυτό του σε ένα έγκλημα, και επίσης ο Πελτιέ δεν θα μπορούσε να βοηθήσει και να υποκινήσει τους Μπάτλερ και Ρομπιντό, οι οποίοι κρίθηκαν αθώοι. Ο Πελτιέ κρίθηκε, επισήμως, ένοχος για φόνο επειδή ήταν ένας ιθαγενής που ήταν παρών με όπλο στο Πάιν Ριτζ στις 26 Ιουνίου 1975.

Το FBI έχει αντιταχθεί με επιτυχία σε κάθε μία από τις προσπάθειες του Πελτιέ για επιείκεια ή αποφυλάκιση με αναστολή. Το 2000, ο πρόεδρος Μπιλ Κλίντον ανακοίνωσε ότι θα εξέταζε το ενδεχόμενο να απονείμει χάρη στον Πελτιέ πριν εγκαταλείψει το αξίωμά του. Εκατοντάδες ομοσπονδιακοί πράκτορες διαδήλωσαν μπροστά από τον Λευκό Οίκο για να αντιταχθούν στην αποφυλάκιση του Πελτιέ. Ο κυβερνήτης της Νότιας Ντακότα, Μπιλ Τζάνκλοου, επισκέφθηκε κατ’ ιδίαν τον Λευκό Οίκο για να παρακαλέσει τον Κλίντον να μην απονείμει χάρη στον Πέλτιερ. (Το 1983, ο Τζάνκλοου μήνυσε ανεπιτυχώς τον Πίτερ Μάθιεσεν, συγγραφέα του βιβλίου Στο πνεύμα του Τρελού Αλόγου, του καθοριστικού βιβλίου για την υπόθεση Πελτιέ, για 24 εκατομμύρια δολάρια. Η αγωγή του Τζάνκλοου αμφισβητούσε την αναφορά του Μάθιεσεν σε βάσιμες καταγγελίες για βιασμό κατά του Τζάνκλοου από την Τζανσίτα Ιγκλ Ντιρ, μια νεαρή γυναίκα Μπρουλέ Λακότα, η οποία πέθανε μυστηριωδώς το 1975, όχι πολύ καιρό μετά την κατάθεσή της).

Ένας πρώην πράκτορας του FBI που ασχολήθηκε με την υπόθεση του Πελτιέ έχει δηλώσει δημόσια ότι η ομοσπονδιακή υπηρεσία υποκινείται από προσωπική βεντέτα για να αποτρέψει την απελευθέρωση του Πελτιέ εδώ και δεκαετίες. «Η αντεκδίκηση φαίνεται να έχει αναδειχθεί ως ο κύριος, αν όχι ο μοναδικός λόγος για τη συνέχιση ... μιας βεντέτας με γνώμονα το συναίσθημα της “οικογένειας του FBI”».

Η ζωή του ως πολιτικός κρατούμενος

Στα χρόνια της φυλάκισής του, ο Πελτιέ παρέμεινε ένας αποτελεσματικός διοργανωτής για τα δικαιώματα των ιθαγενών στις ΗΠΑ. Έχει δωρίσει πολλούς πίνακές του σε οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων για φιλανθρωπικές δημοπρασίες. Ίδρυσε ένα πρόγραμμα υποτροφιών για ιθαγενείς φοιτητές στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. Βοήθησε στη δημιουργία ενός συστήματος παροχής υγειονομικής περίθαλψης στον καταυλισμό και ενός προγράμματος επαγγελματικής κατάρτισης στον καταυλισμό. Το 1999 έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο Γραπτά της φυλακής: Η ζωή μου είναι ο δικός μου χορός του Ήλιου. Το 2004, έβαλε υποψηφιότητα για την προεδρία των ΗΠΑ ως υποψήφιος του Κόμματος Ειρήνης και Ελευθερίας και το 2020, έβαλε υποψηφιότητα για αντιπρόεδρος ως υποψήφιος του Κόμματος για τον Σοσιαλισμό και την Απελευθέρωση.

Η οικογένεια του Πελτιέ έχει υποφέρει πάρα πολύ από τη φυλάκιση του συγγενή της. Ο Τσόνσι Πελτιέ, γιος του Λέοναρντ, ήταν μόλις 10 ετών όταν ο Λέοναρντ καταδικάστηκε. Περιγράφει τους πολυετείς αγώνες της οικογένειάς του για να πληρώσει τα νομικά έξοδα του πατέρα του και να αναπληρώσει το χαμένο εισόδημα που θα κέρδιζε για την οικογένειά τους. Η κόρη του Πελτιέ, Μαρκέτα Σιλντς-Πελτιέ, περιγράφει πώς η φυλάκιση του Πελτιέ άφησε την οικογένειά τους μετέωρη. «Λόγω της κατάστασης, απομακρυνθήκαμε ο ένας από τον άλλον, χωρίς να γνωριζόμαστε», εξηγεί. «Απλώς δεν αισθάνομαι ότι είναι οικογένεια για μένα. Αυτό είχε αντίκτυπο στην ψυχική μου υγεία».

Ο Πελτιέ περνάει τον περισσότερο χρόνο του στην απομόνωση. Είναι έγκλειστος στο USP Coleman I, που βρίσκεται μέσα στο FCC Coleman. Το FCC Coleman είναι γνωστό ως εξαιρετικά κατασταλτικό και αυταρχικό ακόμη και μέσα στο ήδη κατασταλτικό και αυταρχικό ομοσπονδιακό σύστημα φυλακών. Από την αρχή της πανδημίας COVID-19, το FCC Coleman βρίσκεται σε κατάσταση συνεχούς αποκλεισμού. Κατά τη διάρκεια των περιόδων αποκλεισμού, δεν επιτρεπόταν στους κρατούμενους να ψυχαγωγηθούν και αναγκάζονταν να περνούν 24 ώρες την ημέρα απομονωμένοι στο κελί τους.

Ο Πελτιέ δήλωσε στο Truthout ότι «το να βρίσκεσαι σε έναν τόσο μικρό χώρο στην ηλικία μου δεν είναι ... ευχάριστο να πρέπει να το περάσεις. Είναι σαν βασανιστήριο. Το σώμα σου αρχίζει να πονάει από την έλλειψη άσκησης και κίνησης». Δεν του έχουν επιτραπεί τακτικές συναντήσεις με τον δικηγόρο του. Ο Πελτιέ είναι ταλαντούχος ζωγράφος, αλλά δεν του έχει επιτραπεί η πρόσβαση στα υλικά ζωγραφικής του εδώ και αρκετούς μήνες. Ο Πελτιέ έχει υποστηρίξει την αθωότητά του καθ’ όλη τη διάρκεια της ποινής του. Ο ίδιος και η επιτροπή υπεράσπισής του ζητούν πλήρη επιείκεια στην υπόθεσή του.

Ο Πελτιέ σε δημόσια δήλωσή του τον Φεβρουάριο του 2024 είπε: «Ο χρόνος έχει διαστρεβλωθεί τόσο πολύ με αυτά τα λοκντάουν που η νύχτα γίνεται μέρα, ένα χάσμα του χρόνου που δεν έχει νόημα. Όλες οι ώρες είναι οι μικρές ώρες της νύχτας. Η ίδια η ζωή έχει ανασταλεί. Αναμένουμε να ρίξουμε μια σύντομη ματιά στο πώς μοιάζει η ζωή. Υπάρχουμε σε κρύα, βρώμικα κελιά και περιμένουμε. Οι φωνές εκείνων που δολοφονήθηκαν στον καταυλισμό Πάιν Ριτζ είναι ένας συνεχής αντίλαλος στο μυαλό μου».

Λευτεριά σε όλους τους πολιτικούς κρατούμενους!

Πλήρης αυτοδιάθεση για τα ιθαγενή έθνη! Αποζημίωση για την καταπίεση από τους έποικους-αποικιοκράτες!

Κατάργηση της αστυνομίας!

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΓΗΣ!

Μετάφραση: elaliberta.gr

Ava Fahey, “Free Leonard Peltier!”, Workers’ Voice / La Voz de los Trabajadores, 12 Δεκεμβρίου 2024, https://workersvoiceus.org/2024/12/12/23604/.

Ava Fahey, «¡Libera a Leonard Peltier!», Workers’ Voice / La Voz de los Trabajadores, 12 Ιανουαρίου 2025, https://workersvoiceus.org/es/2024/12/12/23604/. 

Πηγές

“Leonard Peltier’s Petition for Executive Clemency”, https://www.amnestyusa.org/wp-content/uploads/2023/03/2021-07-28-Clemency-Petition-FINAL.pdf.
Akim D. Reinhardt, “Spontaneous Combustion: Prelude to Wounded Knee 1973”, South Dakota History, τόμος 29, τεύχος 3, φθινόπωρο 1999, https://www.sdhspress.com/journal/south-dakota-history-29-3/spontaneous-combustion-prelude-to-wounded-knee-1973/vol-29-no-3-spontaneous-combustion.pdf.
“U.N. Body Finds Activist’s Detention ‘Arbitrary’ in Case Filed by Lowenstein Clinic”, Yale Law School, 8 Αυγούστου 2022, https://law.yale.edu/yls-today/news/un-body-finds-activists-detention-arbitrary-case-filed-lowenstein-clinic#:~:text=U.N.-,Body%20Finds%20Activist%E2%80%99s%20Detention%20%E2%80%9CArbitrary%E2%80%9D%20in%20Case%20Filed%20by%20Lowenstein,the%20U.S.%20government%20since%201977.
U.S. Department of Justice, “Opposition to Leonard Peltier’ Petition for Commutation (C296035)”, 25 Μαρτίου 2022. https://socxfbi.org/common/Uploaded%20files/SFSA/Scoop%20Links/Letter_from_Director_Wray_3.25.2022.pdf.
Nina Lakhani, “FBI’s opposition to releasing Leonard Peltier driven by vendetta, says ex-agent”, The Guardian, 18 Ιανουαρίου 2023, https://www.theguardian.com/us-news/2023/jan/18/leonard-peltier-clemency-fbi-agent-coleen-rowley.
Max Nesterak, “Uprooted. The 1950s plan to erase Indian Country”, APM Reports, 1 Νοεμβρίου 2019, https://www.apmreports.org/episode/2019/11/01/uprooted-the-1950s-plan-to-erase-indian-country.
“FOIA Documents. FBI War Against AIM”, https://www.whoisleonardpeltier.info/LEGAL/WAR.htm.
Dean Chavers, “Around the Campfire: In memory of Raymond Yellow Thunder”, Native Times, 22 Ιουνίου 2009, https://www.nativetimes.com/life/22-education/2024-around-the-campfire-in-memory-of-raymond-yellow-thunder?tmpl=component.
Nick Estes, “Free Leonard Peltier”, Jacobin, 4 Μαρτίου 2023, https://jacobin.com/2023/03/leonard-peltier-american-indian-movement-political-prisoner-pine-ridge-fbi.
Kent Blansett, “The occupation of Alcatraz was a victory for indigenous people”, Al Jazeera, 20 Νοεμβρίου 2019, https://www.aljazeera.com/opinions/2019/11/20/the-occupation-of-alcatraz-was-a-victory-for-indigenous-people.
“Nov. 20, 1969: Alcatraz Occupation”, The Zinn Education Project, https://www.zinnedproject.org/news/tdih/alcatraz-occupation/.
John Collins, “Trail Of Broken Treaties”, Ann Arbor Sun, 1 Δεκεμβρίου 1972, https://aadl.org/aa_sun_19721201_p015-trail_of_broken_treaties.
Holly McDonald, “Remembering the American Indian Movement’s Occupation of the Bureau of Indian Affairs”, Boundary Stones, 29 Οκτωβρίου 2021, https://boundarystones.weta.org/2021/10/29/remembering-american-indian-movements-occupation-bureau-indian-affairs.
“The Trail of Broken Treaties, 1972”, National Park Service, https://www.nps.gov/articles/000/trail-of-broken-treaties.htm.
“COINTELPRO”, https://www.whoisleonardpeltier.info/home/background/cointelpro/.
Mohammed Zain Shafi Khan, “The cost of incarceration. Indigenous activist Leonard Peltier’s family reflects on his life in prison”, Al Jazeera, 10 Ιουλίου 2024, https://www.aljazeera.com/features/longform/2024/7/10/last-chance-activist-leonard-peltiers-family-reflects-on-life-in-prison.
Silja J.A. Talvi, “Inside the High-Security ‘Black Site’ Where Leonard Peltier Is Incarcerated”, Truthout,28 Σεπτεμβρίου 2023, https://truthout.org/articles/inside-the-high-security-black-site-where-leonard-peltier-is-incarcerated/.

Σημειώσεις

[1] NDN Collective, “‘It’s finally over’: President Biden Grants Leonard Peltier Clemency”, NDN Collective, 19 Ιανουαρίου 2025, https://ndncollective.orgbrresident-biden-grants-leonard-peltier-clemency/.

Δεν υπάρχουν σχόλια: