Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2025

Κάλεσμα για παρέμβαση στη συζήτηση του Περιφερειακού Συμβουλίου Αττικής ενάντια στην καύση σκουπιδιών: 8/10, 1μμ

Την Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2025, στις 13.00 θα συζητηθεί στο Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων των σχεδιαζόμενων μονάδων καύσης απορριμμάτων.

Ακολουθεί άρθρο του Αχιλλέα Πληθάρα, υπεύθυνου αποτυπώματος, WWF Ελλάς που εξηγεί γιατί η καύση σκουπιδιών δεν μπορεί να είναι το μέλλον στη διαχείριση αστικών αποβλήτων καθώς και κείμενο συλλογής υπογραφών, κατά της καύσης απορριμμάτων:

Η καύση δεν μπορεί να είναι το μέλλον στη διαχείριση αστικών αποβλήτων

Βρισκόμαστε στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, μόλις ένα χρόνο πριν, στις 6 Σεπτεμβρίου 2024. Η κυβέρνηση περιχαρής ανακοινώνει συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη χρηματοδότηση υποδομών ανακύκλωσης στη χώρα μας ύψους σχεδόν 600 εκατομμυρίων ευρώ. Η συμφωνία αναφέρει πως η χρηματοδότηση των υποδομών μπορεί να φτάσει το 85%, όμως αυτό θα εξαρτηθεί από την επίτευξη των ευρωπαϊκών στόχων ανακύκλωσης. Η ευρωπαϊκή νομοθεσία προβλέπει ότι ως το 2025 το 50% των αστικών αποβλήτων θα πρέπει να οδηγείται σε επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση, ενώ το 2035 το ποσοστό αυτό πρέπει να φτάσει το 65%. Με άλλα λόγια, όσο περισσότερο αποκλίνουμε από τους ευρωπαϊκούς στόχους, τόσο πιο χαμηλή χρηματοδότηση πετυχαίνουμε.  

Μεταφερόμαστε στο σήμερα, ένα χρόνο μετά τη συμφωνία. Παρά τους πολύ συγκεκριμένους ευρωπαϊκούς στόχους, η κυβέρνηση έχει πάψει να μιλά για ανακύκλωση, την ίδια στιγμή που η Ελλάδα καταγράφει από τα χαμηλότερα ποσοστά ανακύκλωσης (μόλις 17%) σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αντ’ αυτού, μιλάει για καύση απορριμμάτων. Και προγραμματίζει τη δημιουργία όχι μίας-δύο, αλλά έξι μονάδων καύσης σκουπιδιών σε όλη την επικράτεια! Μάλιστα, την 1η Αυγούστου, στο αποκορύφωμα της θερινής περιόδου, το υπουργείο Περιβάλλοντος έδωσε στη δημοσιότητα τη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) αυτών των έξι μονάδων, αφήνοντας περιθώριο μόλις 30 ημερών για σχολιασμό. Μετά από τις αναμενόμενες αντιδράσεις που προέκυψαν, η κλειστή διαβούλευση (όπου μόνο το υπουργείο έχει πρόσβαση στα σχόλια) παρατάθηκε έως τα μέσα Οκτωβρίου. Τι αναφέρει η ΣΜΠΕ για τη σκοπιμότητα και τις επιπτώσεις των μονάδων καύσης που επιθυμεί διακαώς η κυβέρνηση; Επί της ουσίας τίποτα, καθώς δυστυχώς η ΣΜΠΕ αποτελεί ένα πολιτικό μανιφέστο υπέρ της καύσης.     

Χρειαζόμαστε έξι μονάδες καύσης στην Ελλάδα; Είναι μια τεχνολογία περιβαλλοντικά, κοινωνικά, οικονομικά βιώσιμη; 

Η απάντηση στις δυο ερωτήσεις είναι η ίδια: κατηγορηματικά όχι!

Στο οικονομικό σκέλος, οι μονάδες θα είναι μια μόνιμη θηλιά στο λαιμό των ήδη πιεσμένων οικονομικά δημοτικών αρχών. Η ΕΕ δεν χρηματοδοτεί έργα όπως οι μονάδες καύσης, καθώς θεωρεί ότι αντίκεινται στην ευρωπαϊκή αρχή της "Μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης". Ο μόνος τρόπος να κατασκευαστούν αυτές είναι με έξοδα ιδιωτών επενδυτών, πράγμα που συνεπάγεται ότι η λειτουργία των μονάδων θα συνδυαστεί με τη θέσπιση αυστηρών και παχυλών συμβολαίων με εγγυημένα έσοδα έως σχεδόν το 2060. Η τιμή εισόδου των απορριμμάτων σε αυτές τις μονάδες αναμένεται να μην είναι κάτω από 180 ευρώ ανά τόνο, ενώ στο κοντινό μέλλον μπορεί να ξεπεράσει τα 250-300 ευρώ ανά τόνο, καθώς επίκειται η συμπερίληψη των μονάδων καύσης στο ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας ρύπων. Σε απλά ελληνικά, η τοπική αυτοδιοίκηση θα πρέπει να πληρώνει υπέρογκα ποσά για την καύση, πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα της μένουν πόροι για δουλειά ουσίας στην πρόληψη και την ανακύκλωση.  

Στο περιβαλλοντικό σκέλος, η καύση δεν είναι τόσο αθώα όσο διαφημίζεται. Διοξίνες, φουράνια, βαρέα μέταλλα και "παντοτινά χημικά" (PFAS) ανιχνεύονται σε περιοχές όπου λειτουργούν μονάδες καύσης στο εξωτερικό. Η αποτέφρωση απορριμμάτων δεν είναι μια απλή υπόθεση. Η διασφάλιση της διαφάνειας στη λειτουργία (για τις ροές εισερχόμενων υλικών και τις συνθήκες καύσης), η συνεχής περιβαλλοντική παρακολούθηση αυτών των εγκαταστάσεων, η ύπαρξη συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης για περιπτώσεις βλάβης ή αστοχίας, ο καθορισμός ελάχιστων αποστάσεων από κατοικημένες περιοχές είναι ζητήματα που ακόμα και σε πιο περιβαλλοντικά ευαισθητοποιημένες χώρες δεν τηρούνται στο ακέραιο. Επιπρόσθετα, η καύση παράγει δυσανάλογα πολλές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου σε σχέση με την παραγόμενη ποσότητα ηλεκτρισμού, σχεδόν διπλάσιες σε σχέση με τις μονάδες ορυκτού αερίου. 

Στο κοινωνικό σκέλος, παρατηρούμε για μια ακόμη φορά ότι ορισμένοι πολίτες και ορισμένες περιοχές αντιμετωπίζονται ως "δεύτερης κατηγορίας”. Η χωροθέτηση των μονάδων -παρότι η κυβέρνηση διατείνεται ότι είναι περιβαλλοντικά ασφαλείς- δεν πρόκειται να γίνει στο νέο οικιστικό συγκρότημα του Ελληνικού ή σε πιο "προνομιούχες” περιοχές, αλλά σε περιοχές όπως η Πτολεμαΐδα και η Φυλή που ήδη πλήττονται από υψηλά ποσοστά ρύπανσης. Η αγωνία των κατοίκων αυτών των περιοχών είναι πραγματική και δεν πρέπει διαρκώς να αγνοείται ή να υποβαθμίζεται. 

Τότε γιατί στην Ευρώπη καίνε τα σκουπίδια τους; 

Στην ΕΕ λειτουργούν σχεδόν 390 μονάδες, οι περισσότερες παλαιότερες της τρέχουσας δεκαετίας. Όμως τα τελευταία χρόνια η τάση αλλάζει, επειδή οι πολλές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που εκπέμπουν οι μονάδες καύσης, τις κάνουν μη συμβατές με τους κλιματικούς στόχους κι επειδή η καύση συχνά συνοδεύεται από προβλήματα που την καθιστούν αμφισβητούμενη ως μακροπρόθεσμη στρατηγική. Συγκεκριμένα: 

-Η αποτέφρωση εκλύει τοξικούς αέριους ρύπους και πτητικά βαρέα μέταλλα, ενώ πρόσφατες μετρήσεις εντοπίζουν παρουσία PFAS ("παντοτινά χημικά”) και μικροπλαστικών σε υπολείμματα και εκπομπές — στοιχεία που δεν εξαλείφονται πάντα πλήρως στη διαδικασία καύσης. 

-Σε αρκετές περιπτώσεις στην Ευρώπη αναφέρονται υπερβάσεις ορίων εκπομπών και προβλήματα μέτρησης (π.χ. Norfors στη Δανία, REC/Harlingen στην Ολλανδία), γεγονός που εγείρει ανησυχίες για τη διαχείριση και την αξιοπιστία των ελέγχων.

-Επιπλέον, επιδημιολογικές μελέτες έχουν συσχετίσει την έκθεση σε εκπομπές καύσης αποβλήτων με αυξημένο κίνδυνο ορισμένων μορφών καρκίνου. 

Οι φόβοι για τη σωρευτική επίδραση όλων αυτών, έχουν μετατρέψει πλέον τις μονάδες καύσης σε  ασύμφορες επενδύσεις, κάνοντας σαφές πως ο δρόμος προς την κυκλική οικονομία και μια Ευρώπη μηδενικών αποβλήτων δεν περνά από την καύση. Ως αποτέλεσμα, σήμερα προγραμματίζονται ελάχιστες νέες μονάδες καύσης στην ΕΕ.  

Η καύση δεν είναι το μέλλον, αλλά το παρελθόν 

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει καλέσει τα κράτη μέλη, όπως η Ελλάδα, που έχουν μικρή δυναμικότητα αποτέφρωσης και υψηλή εξάρτηση από την υγειονομική ταφή, να μην επενδύσουν στην καύση, αλλά στην ανάπτυξη συστημάτων για πρόληψη, επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση.

Σε όσους επιμένουν παρόλα αυτά να θεωρούν την καύση ως "μάνα εξ ουρανού", αξίζει να μελετήσουν το παράδειγμα της πόλης του Μιλάνου στην Ιταλία. Το 2010 οι τοπικές αρχές εξέταζαν την κατασκευή νέας μονάδας καύσης στην περιοχή. Όμως η αλλαγή σκυτάλης στον δημαρχιακό θώκο οδήγησε σε μια διαφορετική κατεύθυνση, καθώς αποφασίστηκε αντί για μονάδα καύσης να δοθεί έμφαση στη χωριστή συλλογή των οργανικών αποβλήτων. Σήμερα το Μιλάνο ανακτά το 87% των οργανικών αποβλήτων και έχει καταφέρει να δώσει λύση στη διαχείριση των αποβλήτων της περιοχής. 

Η Ελλάδα είναι ακόμα σε θέση να δημιουργήσει ένα βιώσιμο σύστημα διαχείρισης και να προλάβει το τρένο της κυκλικής οικονομίας, αρκεί να τηρηθεί η ιεραρχία διαχείρισης των αποβλήτων (πρόληψη, επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση, διαχείριση υπολείμματος, τελική διάθεση). Υπό αυτό το πρίσμα, το WWF Ελλάς έχει καταθέσει από τον Ιούλιο του 2024 μια συνολική πρόταση για τη διαχείριση των αστικών απορριμμάτων, που δείχνει ότι ως το 2040 η Ελλάδα μπορεί να εκτρέπει από την ταφή το 90% των αστικών αποβλήτων χωρίς να καταφύγει στη δημιουργία μονάδων καύσης. Για να το πετύχουμε χρειάζεται αρχικά να πρυτανεύσει η λογική και στη συνέχεια να σχεδιαστεί ένα ουσιαστικό σύστημα διαχείρισης, χωρίς ατασθαλίες, ώστε να είμαστε σίγουροι ότι η διαχείριση των αποβλήτων δεν θα απασχολήσει για μια ακόμη φορά την ευρωπαϊκή εισαγγελία. Μπορούμε;  

ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΚΑΥΣΗΣ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ
 
Με απόφαση της Κυβέρνησης, η οποία πάρθηκε ερήμην της  Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των πολιτών, επιχειρείται να κατασκευαστούν  εργοστάσια καύσης σκουπιδιών, που θα «καλύπτουν» όλη τη χώρα. Σε πρώτη  φάση, έχουν στοχοποιηθεί οι περιοχές της Αττικής, της Βοιωτίας, της Ροδόπης,  της Κοζάνης, της Κεντρικής Πελοποννήσου και του Ηρακλείου Κρήτης. Ο νέος  σχεδιασμός, σύμφωνα με όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, είναι ακόμη  χειρότερος και από τις αρχικές προβλέψεις του ισχύοντος Εθνικού Σχεδίου  Διαχείρισης Αποβλήτων, αφού επιτρέπει, όχι μόνο την καύση προϊόντων  επεξεργασίας απορριμμάτων -των λεγόμενων δευτερογενών καυσίμων-, αλλά και  σύμμεικτων (ανεπεξέργαστων) απορριμμάτων.

Η εξέλιξη αυτή  δεν είναι απρόσμενη. Αντίθετα, είναι προϊόν της πλήρους  υπονόμευσης του  δημόσιου χαρακτήρα της διαχείρισης των αποβλήτων και της προκλητικής  υποστήριξης κερδοσκοπικών συμφερόντων, που έχει ως αποτέλεσμα το συγκεντρωτισμό του  συστήματος, το υψηλό κόστος, την καταβαράθρωση της ανακύκλωσης και τη διατήρηση  στα ύψη του ποσοστού των αποβλήτων, τα οποία οδηγούνται στις χωματερές. Αντί  αυτό να σημάνει ριζική αλλαγή πολιτικών, κυβέρνηση και λόμπι των σκουπιδιών «πλασάρουν»  την καύση των σκουπιδιών  ως την ιδανική
διέξοδο στα  προβλήματα που οι ίδιοι  δημιούργησαν. Επιπλέον, προπαγανδίζουν ότι πρόκειται για μονάδες που θα  παράγουν «πράσινη» ενέργεια, αποκρύπτοντας τις περιβαλλοντικές, κοινωνικές και  οικονομικές συνέπειές τους. 

Οι φορείς, οι συλλογικότητες  και οι πολίτες, που συνυπογράφουμε το παρόν κείμενο, εκφράζουμε την καθολική  αντίθεσή μας στα κυοφορούμενα σχέδια της κυβέρνησης να καθιερώσει την καύση των  σκουπιδιών ως βασική μέθοδο διαχείρισης των αστικών αποβλήτων, καθώς: 
  • Η καύση των σκουπιδιών είναι πηγή  τοξικής ρύπανσης και γι’ αυτό επικίνδυνη για την υγεία των ανθρώπων και των  ζώων.
  • Μέσω της καύσης κατασπαταλώνται  τεράστιες ποσότητες φυσικών πόρων και πολύτιμων υλικών, που θα μπορούσαν να  ανακυκλωθούν. 
  • Το φυσικό - κοινωνικό  περιβάλλον των ήδη, υποβαθμισμένων περιοχών, στις οποίες σχεδιάζεται να  εγκατασταθούν οι μονάδες καύσης θα υποβαθμιστεί ακόμη περισσότερο, οξύνοντας κι  άλλο τις κοινωνικές ανισότητες.
  • Η μη χρηματοδότηση των μονάδων  καύσης από ευρωπαϊκά κονδύλια, ως «μη συμβατών με τους στόχους της κυκλικής  οικονομίας», οδηγεί αυτόματα στη γνωστή μέθοδο των Συμπράξεων Δημόσιου  -  Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), μέσω μακρόχρονων (25ετών) συμβάσεων, και την καταβολή  υψηλού τιμήματος, που θα οδηγήσει σε εκτόξευση των δημοτικών τελών. 
Οι συμβάσεις ΣΔΙΤ,  προκειμένου να διασφαλιστεί η κερδοφορία των μονάδων καύσης, επιβάλλουν την  τροφοδοσία τους με εγγυημένες ποσότητες  απορριμμάτων, ως πρώτη ύλη. Η δέσμευση  αυτή θα λειτουργήσει, σε μεγάλο βάθος χρόνου, ως τροχοπέδη και ως στοιχείο  διαρκούς υπονόμευσης και καθήλωσης της ανακύκλωσης και ανάκτησης υλικών. 

Η αποτροπή   του δυσοίωνου σχεδίου της καύσης απορριμμάτων και άλλων αποβλήτων
αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα και βασική προϋπόθεση για την εφαρμογή ενός
βιώσιμου και φιλοπεριβαλλοντικού μοντέλου διαχείρισης, που δεν είναι άλλο από
την αποκεντρωμένη διαχείριση, με δημόσιο χαρακτήρα και με έμφαση στην πρόληψη,
στην επαναχρησιμοποίηση και στην ανακύκλωση - ανάκτηση υλικών.

Για την υποστήριξη αυτού του δίκαιου στόχου, καλούμε σε  συστράτευση κοινωνικούς, πολιτιστικούς, επιστημονικούς, αυτοδιοικητικούς και  πολιτικούς φορείς σε όλη τη χώρα.
 


 

Δεν υπάρχουν σχόλια: